Wednesday, December 31, 2008

Η Γάζα χρειάζεται την φωνή μας. Συγκέντρωση το Σάββατο (3/1/09) 11.00 στην Πλατεία Ελευθερίας και πορεία διαμαρτυρίας προς την πρεσβεία του Ισραήλ

Δεν υποστηρίζουμε την Χαμάζ. Τόσο η ιδεολογία της όσο και οι πρακτικές της μας βρίσκουν αντίθετους. Όμως δεν μπορούμε να βλέπουμε απαθείς την σφαγή που για πολλοστή φορά εκτιλύσσεται μπροστά στα μάτια μας. Δεν τίθεται θέμα ίσων αποστάσεων, ούτε θέμα καταδίκης της βίας γενικά και αόριστα. Αλληλεγγύη στον αγωνιζόμενο Παλαιστινιακό λαό. Εμπρός για την διεθνή και μαζική καταδίκη του Ισραηλινού εγκλήματος. Εμπρός για μια νέα ιντιφάντα.

Tuesday, December 23, 2008

Εναλλαχτική Βιβλιοθήκη Αγράμματα, Ανοιχτή Συνέλευση για την Ελληνική Εξέγερση 12/12/2008

(ένα κείμενο που εγράφτηκεν αμέσως μετά την συζήτηση αλλά που δεν εδημοσιεύτηκεν στα αγράμματα λόγω αντιρρήσεων ενός μέλους της ομάδας. Δημοσιεύκω το τωρά τζιαι δαμέ διότι η συζήτηση θα συνεχιστεί το Σάββατο η ώρα 17.00)

Η καλλύττερη συζήτηση που εγίνηκεν μέχρι στιγμής στους 2 ½ μήνες λειτουργία της. Συμμετείχαν 25 άτομα (όι μόνον που την Λευκωσία) που τα οποία ετοποθετήθηκαν περίπου 15. Δεν είχαμε μονοπώληση του χρόνου από κάποιους, τζιαι η συζήτηση αν τζιαι κάποτε έντονη, εν εξέφυγε που τα πλαίσια του συντροφικού διαλόγου. Εν εκρατηθήκαν πρακτικά, εν υπήρχεν συντονιστής τζιαι η συζήτηση εδιάρκεσε περίπου 3 ώρες. Δαμέ εννά προσπαθήσω να μεταφέρω τα βασικά σημεία.

Πρώτον πρόκειται για μια σημαντική εξέγερση που πρέπει να αναλυθεί τζιαι να κατανοηθεί που το κίνημα στην Κύπρο επειδή παρόλο που δεν έχουμε τες ελληνικές συνθήκες εξαθλίωσης μπορεί να τες έχουμεν στο άμεσο μέλλον. Στηρίζουμε τους εξεγερμένους τζιαι εκφράζουμεν την αλληλεγγύη μας. Σημειώνουμεν το γεγονός ότι για πρώτη φορά είχαμε διαδηλώσεις σε ούλλες τες πόλεις της Κύπρου προς αλληλεγγύη σε εξέγερση του εξωτερικού.

Δεύτερον έγινεν κριτική στα γηπεδικά τζιαι σεξιστικά συνθήματα που ακουστήκαν στην διαδήλωση της Τρίτης στην Λευκωσία τζιαι εσυζητήθηκεν η σχέση που θα πρέπει να έσιει ο χώρος με τους οπαδούς ομάδων που συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις. Υποστηρίχτηκεν ένας παρεμβατικός ρόλος (έστω τζιαι αν καταντά δασκαλίστικος) των πολιτικοποιημένων έτσι ώστε να δοθεί ξεκάθαρα το μήνυμα ότι ο σεξισμός τζιαι ο χουλιγκανισμός δεν θα γίνει ανεχτός στο κίνημα (ακόμα τζιαι αν είμαστεν μειοψηφία).

Τρίτον έγινεν ανταπόκριση που θκιο συντρόφους που μόλις επιστρέψαν που την Αθήνα τζιαι εμεταφέραν μας αναλυτικά το εξεγερσιακό κλίμα που εβιώσαν. Την μαζική συμμετοχή, την ριζοσπαστική πολιτικοποιήση, τζιαι την μαχητική εμπειρία πολλών ανθρώπων που προηγουμένως δεν ήταν ακτιβιστές. Ανθρώποι που 10 ως 70 χρονών να συγκρούουνται με τις δυνάμεις ασφαλείας, μετανάστες τζιαι Έλληνες ανάμιχτοι. Εν είχαμεν όμως απεργίες τζιαι καταλήψεις σε εργασιακούς χώρους οπόταν δεν μπορούμε να μιλούμε με όρους κοινωνικής επανάστασης.

Τέταρτον αντιπαραβλήθηκεν η ελληνική εξέγερση με τες γαλλικές εξεγέρσεις του 2005 τζιαι 2006 τζιαι έγινεν τζιαι αναφορά στην κυπριακή εμπειρία του 2006 με την κατάληψη της Πλατείας Ελευθερίας που τους μετανάστες. Ετεθήκαν τα θέματα της θεωρητικής τζιαι οργανωτικής συγκρότησης που πρέπει να έχουμεν για να μεν τρέχουμεν πάλε πίσω που τα γεγονότα, όταν συμβούν.

Πέμπτον έγινεν κριτική στο ΚΚΕ που ουσιαστικά διαδραματίζει αρνητικό ρόλο στην εξέγερση τζιαι συνταυτίζεται με τες δυνάμεις του κατεστημένου. Αντίθετα αναγνωρίστηκεν ο ρόλος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς τζιαι του Σύριζα που συμμετέχουν στην διαδικασία της ανατροπής.

Έκτον έγινεν εισήγηση για σύσταση συντονιστικής επιτροπής ενάντια στην κρατική καταστολή που τον αντιεξουσιαστικό χώρο τζιαι την εξωκοινοβουλευτική αριστερά η οποία θα παρακολουθεί τζιαι θα δημοσιοποιεί την αστυνομική βία στην Κύπρο. Δεν επάρθηκεν όμως απόφαση. Επειδή οι συμμετέχοντες εν ανήκουμεν ούλλοι στην ίδια ομάδα ούτε προερχούμαστεν ούλλοι που τους ίδιους ιδεολογικούς χώρους, αποφασίστηκεν να έχουμεν το δίχτυο σαν την οργανωτική μας μορφή στην διαδικασία των μελλοντικών κινητοποιήσεων. Εσυζητήθηκεν επίσης το ενδεχόμενο άλλων μορφών κινητοποιήσεων πέραν που τες πορείες τζιαι τα φυλλάδια.

Έβδομον αποφασίστηκε η επόμενη δράση αλληλεγγύης με την ελληνική εξέγερση να πραγματοποιηθεί το ερχόμενο Σάββατο, 20/12/2008 σε συνδιασμό με την προγραμματισμένη ποδηλατοπορεία ενάντια στον καταναλωτισμό των Χριστουγέννων. Ραντεβού στην Πλατεία Ελευθερίας η ώρα 15.00.

Γ.Ι., μέλος ομάδας βιβλιοθήκης Αγράμματα

Saturday, December 20, 2008

Δυο ειδήσεις που δεν θα δείτε στα ελληνοκυπριακά ΜΜΕ

Στην βόρεια Λευκωσία, σήμερα πραγματοποιήθηκε πορεία αλληλεγγύης με την ελληνική εξέγερση. Συμμετείχαν γύρω στα 100 άτομα από ομάδες της τουρκοκυπριακής εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς μεταξύ των οποίων και το πολιτιστικό κέντρο Μπαράκα. Πορεύτηκαν προς την Βουλή και το Προεδρικό και φώναξαν συνθήματα ενάντια στον Τουρκικό στρατό που ελέγχει και την αστυνομία στην βόρεια Κύπρο.
Στην νότια Λευκωσία, σήμερα πραγματοποιήθηκε αντι-ρατσιστική συγκέντρωση το πρωί ενάντια στον ξυλοδαρμό Αφρο-Κύπριας μαθήτριας από συμμαθητές της. Το απόγευμα πραγματοποιήθηκε μουσική εκδήλωση στην Πλατεία Ελευθερίας σε αλληλεγγύη με την εξέγερση στην Ελλάδα και ποδηλατορεία ενάντια στον καταναλωτισμό. Στα αγράμματα υπάρχει η κάρτα που μοιράστηκε στους περαστικούς.

Thursday, December 18, 2008

Διαδήλωση ενάντια στην κρατική καταστολή σε αλληλεγγύη με την ελληνική εξέγερση, Λευκωσία 18/12/2008

Η πορεία αποφασίστηκε σε εκδήλωση της Εργατικής Δημοκρατίας για την ελληνική εξέγερση στο Πανεπιστήμιο Κύπρου όπου παρευρέθηκαν άτομα που την ευρύτερη εξωκοινοβουλευτική αριστερά τζιαι τον αντιεξουσιαστικό χώρο. Η βασική ιδέα ήταν η θετική ανταπόκριση στο κάλεσμα των συντονιστικών των καταλήψεων στην Ελλάδα για πανευρωπαϊκή κινητοποίηση έξω που τες ελληνικές πρεσβείες. Η διοργάνωση έγινεν μέσω ες εμ ες.

Είσιεν γύρω στα 80 άτομα, οι παραπάνω που τον αντιεξουσιαστικό χώρο αλλά τζιαι που την Εργατική Δημοκρατία τζιαι την Νεολαία ενάντια στον εθνικισμό τζιαι την Θύρα 9. εμοιραστήκαν 4 φυλλάδια τζιαι μια μπροσούρα. “Η εξέγερση της νεολαίας δείχνει το μέλλον της Κύπρου. Δεν θα αργήσει να έρθει και η δική μας σειρά.” “Εσείς που έχετε χρήματα να φοβάστε, να φοβάστε όλο και πιο πολύ. Γιατί ότι πιο πολύ φοβάστε, αυτό αναπότρεπτα θα συμβεί.”“Παντού ο καπιταλισμός σπέρνει φτώχεια και το κράτος καταστέλλει. Αλληλεγγύη στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό. Ας οργανωθούμε παντού στον κόσμο για να φτιάξουμε μια κοινωνία βασισμένη στην ελευθερία και την κοινωνική και οικονομική ισότητα”. Τούτην τη φορά άρεσεν μου παραπάνω που την προηγούμενη. Εν είσιειν καθόλου σεξιστικά συνθήματα, το μίσος για την αστυνομία εν ήταν τόσο τυφλό (ίσως να έγινεν ο διαχωρισμός του ανθρώπου που την στολή;) τζιαι η πορεία αν τζιαι πιο μιτσιά είσιεν έντονο ζωντανό παλμό. Η αστυνομία επιχειρήσεν να την καθοδηγήσει με 3 αστυνομικές τζιαι μιαν πολιτική μοτόρα αλλά τελικά εμπήκαν οι αναρχικοί μπροστά τζιαι ακολουθήθηκεν άλλο δρομολόγιο με τους μπάτσους να ακολουθούν διακριτικά τζιαι που κάποιαν απόσταση. Ούλλοι οι δρόμοι έξω που την πρεσβεία ήταν αποκλεισμένοι με αστυνομικά οδοφράγματα. Οπόταν έγινε μια μικρή στάση, τζιαι μετά εσυνεχίστηκεν προς την Μακαρίου τζιαι την Λήδρας. Καθόλην την διάρκεια της διαδρομής, πολλοί τοίχοι εστολιστήκαν με την φιγούρα τζιαι το όνομα του Αλέξη σε στένσιλ τζιαι ούλλες οι τράπεζες σπρέη που έγραφεν “κλέφτες”, φωθκιά δαμέ” κτλ. Στο Υπουργείο Οικονομικών εγράφτηκεν “ο εχθρός είναι εδώ” στου Σιακόλα της Λήδρας “φωτιά στα αφεντικά” τζιαι “προσεχώς εξέγερση” τζιαι στην ΕΛΔΥΚ “έξω όλοι οι στρατοί”. Εν είσιεν μυστικούς αστυνομικούς στην πορεία τούτη τη φορά, είσιεν όμως θκιο ανθρωπολόγους που εφωτογραφίζαν τα συνθήματα τζιαι εδημιουργήθηκεν προσωρινά ένταση. Ένας φρουρός τράπεζας που εδοκίμασεν να εμποδίσει τα σπρέη εκουντήθηκεν που διαδηλωτές. Επόμενο ραντεβού το Σάββατο στην Πλατεία Ελευθερίας το Σάββατο 15.00 – 20.00. Η ώρα 16.00 έσιει ποδηλατορεία ενάντια στον καταναλωτισμό ενώ στην Πλατεία Ελευθερίας θα έσιει μουσική.

Monday, December 15, 2008

Η διασταύρωση της μάππας τζιαι της πολιτικής 2, ΓΣΠ 14/12/2008

Πορεία της Θύρας 9 που τα φώτα του Ορφανίδη στο γήπεδο {“στη μνήμη του αδικοχαμένου Αλέξη από σφαίρα “οργάνου της τάξης” του άνομου κατεστημένου των απανταχού “αστυνομικών”}.
Πανώ “Στους δρόμους ολόκληρη η Ελλάδα, εσείς στην Κύπρο, φραπέ και λεμονάδα”.
“Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι” το πρώτο σύνθημα της κερκίδας.
Η αγριάδα της νεολαίας, κυρίως αρσενικής έκδηλη. Θέλουν να “γαμήσουν” τους αντίπαλους. Σεξουαλική στέρηση; Φωνάζουν ρυθμικά για πολλή ώρα ότι δεν θα εγκαταλείψουν ποτέ την ομάδα τους, ότι θα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο για την δουν, αφού δεν έχουν τίποτε άλλο. “Δεν έχουμε σπίτι και δουλειά, δεν έχουμε γκόμενα, δεν έχουμε λεφτά”. Αποξένωση, διαστροφή της αγάπης, ή συλλογική συνειδητοποίηση της πραγματικότητας τους τζιαι προβολή πάνω στην ομάδα τους ότι τους λείπει; ο σκοπός, η αίσθηση κοινότητας, η αλληλεγγύη, η αγάπη, ο οργασμός, οι υλικές απολάυσεις.
Το γήπεδο πατωμένο στην διαφήμιση. Ηχητική τζιαι οπτική. Πολλά λεφτά παίζουνται. Το θέαμα είναι προϊόν τζιαι καταλύτης της εμπορευματοποίησης. Όμως στο γήπεδο εν υπάρχει μόνο το θέαμα. Υπάρχει τζιαι μια αίσθηση μαζικής ελευθερίας. Το γήπεδο αποτελεί τζιαι αρένα κοινωνικοποίησης τζιαι πολιτικής έκφρασης, όι απλά τόπο εκτόνωσης. Τζιαι εμείς που προσπαθούμεν να κατανοήσουμεν την σχέση των “πολιτικοποιημένων” με τους “γηπεδικούς” της εξέγερσης πρέπει να το αναγνωρίσουμεν τούτο. Το ζήτημα παραμένει όμως. Πως μετατρέπεται η οργή της νεολαίας σε πολιτική πράξη; Πως στρέφεται το θέαμα ενάντια στον εαυτό του; Πως γίνουνται οι οπαδοί του παιχνιδιού πολιτικοί παίχτες;

Saturday, December 13, 2008

Προκαταρκτικές θέσεις για την Ελληνική εξέγερση, 12, Δεκέμβρης 2008

1.Πρόκειται για ξέσπασμα της αγανακτισμένης νεολαίας που βλέπει τη ζωή της χωρίς μέλλον. Μαζί του, το νέο, μαζικό συλλογικό υποκείμενο εξεγερμένων μαθητών-φοιτητών προσέλκυσε τους πολιτικοποιημένους ριζοσπαστικά (εξωκοινοβουλευτική αριστερά τζιαι αντιεξουσιαστικός χώρος) ενώ κέρδισε την συμπάθεια μεγάλου μέρους της αριστεράς τζιαι των εργαζομένων.

2.Πρόκειται για την πρώτη εξέγερση του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, ανάλογη με τις εξεγέρσεις της Γαλλίας το 2005 τζιαι το 2006. Τίποτε δεν θα είναι το ίδιο πλέον. Τέθηκε από τους εξεγερμένους ένα όριο στο κατασταλτικό κράτος. Η δολοφονία του νεαρού ήταν η σταγόνα που ξεχείλησε το ποτήρι. Δεν είναι πλέον θέμα σύγκρουσης νεαρών τζιαι αστυνομίας. Η σύγκρουση είναι μεταξύ της εξεγερμένης κοινωνίας τζιαι του αυταρχικού κράτους.

3.Η στάση του ΚΚΕ, σε αντίθεση με τον Σύριζα είναι επιεικώς απαράδεκτη. Την στιγμή που χρειάζεται ενότητα των αντικαπιταλιστικών δυνάμεων, το ΚΚΕ τορπιλίζει την, επιτρέποντας στο πολιτικό κατεστημένο να ποινικοποιήσει το κοινωνικό ζήτημα.

4.Ο αντι-εξουσιαστικός χώρος, παρότι μειοψηφία, αποτελεί κομβικό σημείο για την εξέλιξη της εξέγερσης. Όχι τόσο γιατί συμμετείχε ενεργά στην αρχική βίαιη στιγμή (πρώτο τριήμερο) αλλά επειδή μπορεί να πολιτικοποιήσει την οργή της νεολαίας τζιαι να εμποδίσει φαινόμενα χουλιγκανισμού τζιαι μηδενιστικών νοοτροπιών.

5.Η εξέγερση έσιει έντονον ταξικό χαρακτήρα τζιαι θέτει επιταχτικά το ζήτημα αναδιανομής του παραγόμενου πλούτου. Οι πλούσιοι αποτελούν στόχο. Όμως ο κοινωνικός ανταγωνισμός δεν έσιει προχωρήσει (ακόμα;) στους εργασιακούς χώρους. Στον κρίσιμο ιδιωτικό τομέα όπου επικρατεί εργοδοτική τρομοκρατία τζιαι συνθήκες υπερ-εκμετάλλευσης (η γνωστή τάξη των 700 ευρώ) δεν είχαμε συμμετοχή σε απεργίες ούτε καταλήψεις εργασιακών χώρων. Επομένως δεν μπορούμε να μιλούμεν με όρους κοινωνικής επανάστασης.

6.Η επόμενη εφτομάδα θα είναι κρίσιμη. Θα συνεχιστούν τζιαι θα επεκταθούν οι καταλήψεις στα σχολεία τζιαι στα πανεπιστήμια ή θα έχουμεν συντηρητική στροφή της κοινωνίας τζιαι διαδικασίες ομαλοποίησης; Τίποτε δεν ετέλιωσεν ακόμα. Το προοδευτικό-δημοκρατικό τμήμα της κοινωνίας έσιει ήδη ευαισθητοποιηθεί. Οι μικρομεσαίοι τζιαι οι φιλελεύθεροι παραμένουν αμφίβολοι. Αν νιώσουν ότι πραγματικά απειλούνται να είμαστεν σίουροι ότι εννά συνασπιστούν με το κατεστημένο. Τα ΜΜΕ δουλεύκουν ασταμάτητα πάνω σε τούτον.

7.Τωρά το ζητούμενον είναι τι κάμνουμεν πάρακατω. Στην Κύπρο εν έχουμεν (ακόμα) τες συνθήκες εξαθλίωσης της Ελλάδας. Ούτε έχουμεν πολλούς μετανάστες 2ης γενιάς. Όμως αν οι κοινωνικές τάσεις που υπάχουν (ευελικτοποίηση, υπερ-εργασία, ακρίβεια κτλ) συνεχιστούν μπορεί σε καμιά θκιο δεκαετίες να έχουμεν παρόμοια κατάσταση. Ήδη είχαμεν μιαν σχετικά μεγάλη συμμετοχή μεταναστών σε κινητοποιήσεις το 2006. Οι μακροχρόνια διαμένοντες μετανάστες άρκεψαν ήδη να ενσωματώνουνται, μπαίνουν σε συντεχνίες, γοράζουν σπίθκια, αννοίουν μικρομάγαζα. Τα κοπελλούθκια τους μεγαλώνουν στην Κύπρο. Υφίστανται τον ρατσισμό τζιαι τον αποκλεισμό. Η κυπριακή οικονομία εξαρτάται πλήρως που την παγκόσμια ροή του κεφαλαίου. Λογικά αν η κρίση συνεχιστεί τζιαι ενταθεί εννά νιώσουμεν τες συνέπειες τζιαι δαμέ. Καλόν θα ήταν να είμαστεν κάπως προετοιμασμένοι τζιαι θεωρητικά αλλά τζιαι οργανωτικά, έτσι ώστε να μπορούμεν να παρέμβουμεν στα γεγονότα όταν αρκέψουν να συμβαίνουν. Το 2006 είμασταν απροετοίμαστοι, όμως επιάσαμεν μια εμπειρία. Η εξέγερση στην Ελλάδα, που λόγω γλώσσας μπορούμεν να την παρακολουθήσουμεν καλλίτερα που την αντίστοιχη της Γαλλίας μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμεν πολλά. Τζιαι παράλληλα νομίζω μπορούμεν να εκφράσουμεν την συμπαράσταση μας τζιαι γραπτώς, με κάποιαν έκδοση ή με δημοσιεύσεις στον τύπο.

Wednesday, December 10, 2008

Η διασταύρωση της μάππας τζιαι της πολιτικής, Τρίτη νύχτα στη Λευκωσία (9/12/2008)

(Παναθηναϊκός-Ανόρθωση τζιαι διαδήλωση ενάντια στην κρατική καταστολή στην μνήμη του νεκρού Αλέξη)

Ξεκινούμεν που την κατάληψη (φανάρι του διογένη) με τους “αναρχικούς” για την πλατεία ελευθερίας. Τζιαμέ έρκουνται οι “ομονοιάτες”. Τζιαι η “νεολαία ενάντια στον εθνικισμό” τζιαι διάφοροι άλλοι ανέχταχτοι. Μερικοί λεμεσιανοί τζιαι σκαλιώτες, αλλά οι παραπάνω λευκωσιάτες. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία νεαροί αρσενιτζιοί. Τα συνθήματα ανάμιχτα, αντικρατικά, εργατικά τζιαι σεξιστικά. Κυριαρχεί το τυφλό μίσος ενάντια στην αστυνομία. Οι γεναίτζιες της διαδήλωσης νιώθουν άβολα. Μερικοί διαδηλωτές μιλούν στο κινητό για το ματς, άλλοι σκέφτουνται που θα παν μετά να το παρακολουθήσουν. Πουτάνας γιοι, αστυνομικοί. Ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής οξά πολιτικοποίηση του ποδοσφαίρου; Μυστικοί αστυνομικοί. Να φύουν που την πορεία μας. 4 δυνάμενοι αποχωρούν. Ένας άλλος άγνωστος που κινεί υποψίες λαλεί ότι εν ψυχολόγος. Συνεχίζει μαζί μας ως την πρεσβεία. Κλειστός δρόμος με συρματόμπλεγμα τζιαι πλήθος αστυνομικών με αντι-διαδηλωτική εξάρτηση πίσω που το συρματόπλεγμα, γύρω που το κτίριο τζιαι πίσω που την πεζίνα. Η κίνηση μπροστά θα έφερνεν σύγκρουση. Στάση. Έπρεπεν να εφέρναμεν τα μπουζούκια μας. Να κάμουμεν κανένα συγκρότημα σάμπα, όπως στο Λονδίνο, έτσι για τες διαδηλώσεις. Πάντως κάτι πρέπει να κάμουμεν. Να συζητήσουμεν πως δρούμεν παρακατω σε σχέση με την συνεχιζόμενη εξέγερση στην Ελλάδα. Επόμενο ραντεβού, Σάββατο 17.00 στη βιβλιοθήκη (Αγράμματα), (υπάρχει δίπλα στα λινκς).

Sunday, December 7, 2008

EN PSIHRO EKTELESI 16XRONOU STIN ATHINA

DEFTERA 8/12 14.00 SIGKENTROSI STIN PLATEIA ELEFTHERIAS TZE POREIA DIAMARTIRIAS PROS TIN ELLINIKI PRESVIA.

Monday, December 1, 2008

Ένα νησί, πολλές ιστορίες: επανεξετάζοντας την πολιτική του παρελθόντος στην Κύπρο

Στις 28 και 29 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε το 3ο ετήσιο συνέδριο του PRIO στο Λήδρα Πάλλας. Η ακαδημαϊκή του πτυχή οργανώθηκε από την ανθρωπολόγο Rebecca Bryant και παρευρέθηκαν γύρω στα 100 άτομα. Στο συνέδριο παρουσιάστηκαν 31 εργασίες Κυπρίων και ξένων ακαδημαϊκών σε σχέση με την Κύπρο και το πρόβλημα της. Οι παρουσιάσεις ήταν οργανωμένες σε παράλληλες συνεδρίες έτσι ήταν αδύνατο για κάποιον/α να παρακολουθήσει όλες τις εργασίες. Θα κάνω αναφορά σε τρεις παρουσιάσεις που θεωρώ ότι ήταν οι πιο ενδιαφέρουσες από αυτές που παρακολούθησα

Ο Δημήτρης Άσσος στην παρουσίαση του προχώρησε σε μια αποδόμηση δυο θεωριών συνομωσίας που ακόμα κυριαρχούν στην ε/κ κοινότητα σε σχέση με τον αγώνα της ΕΟΚΑ. Πρώτον ότι ο “ηρωικός” αυτός αγώνας προδώθηκε από τον Μακάριο και την ελληνική κυβέρνηση και δεύτερον ότι οι διεθνείς ραδιουργίες εμπόδισαν το “δίκαιο” αίτημα της ένωσης. Σύμφωνα με τον Άσσο παρόλο που οι δυο αυτές θέσεις δεν μπορούν να τεκμηριωθούν με τα υφιστάμενα ιστορικά στοιχεία που υποδεικνύουν ότι η ανεξαρτησία είχε ήδη τροχιοδρομηθεί από το 1955, εν τούτοις συνεχίζουν να αναπάραγονται. Και αυτό επειδή εξυπηρετούν στο να μετατοπίζουν την ευθύνη σε άλλους. Σύμφωνα με τον Άσσο, είναι καιρός η σοβαρή ιστορική έρευνα να διαψεύσει οριστικά τις θεωρίες συνομωσίας και να τις θέσει στο περιθώριο.

Ο Αντρέας Παναγιώτου στην παρουσίαση του προχώρησε σε μια ανάλυση της υποκουλτούρας της αριστεράς και της περιθωριοποίησης της από τον ηγεμονικό λόγο. Παράλληλα παρουσίασε την διαδικασία συγγραφής της επίσημης εθνικιστικής ιστορίας μέσα από μια σειρά από γεγονίδια που αποτελούν την στρατηγική της ελίτ στην προσπάθεια της να κατασκευάσει την εθνική ενότητα. Σύμφωνα με τον Παναγιώτου, παρά την δημοκρατικότητα της κοινωνίας μας, η δημόσια σφαίρα ακόμα αποτελεί πεδίο λογοκρισίας των “αιρετικών” εκδοχών της κυπριακής ιστορίας.

Ο Christoph Ramm πραγματεύτηκε την αντιμετώπιση των εποίκων από τους Τουρκοκύπριους καθώς το ζήτημα αυτό αποτελεί βασική πτυχή του Κυπριακού προβλήματος. Σύμφωνα με τον Ραμ, η γενικά αρνητική εικόνα των Τούρκων εποίκων στα μάτια των Τ/Κ έχει να κάνει με το ευρύτερο ζήτημα της πολιτιστικής σύγκρουσης Ανατολής και Δύσης. Οι Τ/Κ θεωρούν τους εαυτούς τους Ευρωπαίους και τους έποικους Ανατολίτες που απειλούν την δημογραφία και την κουλτούρα τους. Επίσης οι έποικοι αποτελούν για τους Τ/Κ σύμβολο της εξάρτησης τους από την Τουρκία και θεωρούν ότι αντιδρώντας στην παρουσία τους στο νησί, αντιδρούν ταυτόχρονα στην Τουρκική κηδεμονία. Όμως αυτή η προσέγγιση είναι σύμφωνα με τον Ραμ λανθασμένη αφού τουλάχιστον οι έποικοι που ήρθαν στην Κύπρο την τελευταία εικοσαετία αποτελούν οικονομικούς μετανάστες που έρχονται σαν αποτέλεσμα της παγκόσμιας μετανάστευσης και όχι της Τουρκικής κατοχής.

Sunday, November 23, 2008

The family and the communist state

...The working class government has the aim of supporting every wedded or unwedded mother while she is feeding an infant, to build maternity homes everywhere in cities and villages, to have creeches and nurseries at every business, to allow women the possibility of combining useful work for the state with the obligations of motherhood...Instead of the previous family, a new form of relationship between men and women is developing, a comradely and loving union of two free, independent, self-supporting equal members of a communist society...Instead of the locked, egotistical family box, there will be a big, universal working family, in which those who work, men and women, will be brothers and comrades above all...

Alexandra Kollontai, Speech at the first All Russian Congress of Women, 1918

Monday, November 17, 2008

Εδώ Πολυτεχνείο...

Αθήνα, 17 του Νιόβρη 1998. Διούν μας έξοδο που το στρατό για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Κατεβαίνω μόνος μου στο κέντρο για την διαδήλωση. Ήταν η πρώτη φορά που εθώρουν τόσον πολλύν κόσμο σε πορεία. Εντυπωσιάζουμαι που τες πολλές ομάδες με τα διαφορετικά πανώ τζιαι ακούω με προσοχή τα συνθήματα. Παλμός ζωντάνια, ένταση. Πιάνω φυλλάδια, θκιαβάζω προσπαθώ να καταλάβω τες διαφορές μεταξύ των διαφόρων πολιτικών ομάδων. Πίσω με τα μαύρα οι αναρχικοί. Αστυνομία παντού.

Λευκωσία, 17 του Νιόβρη 2008. Να πάω οξά να μεν πάω; Έχω θκιάβασμα, εν θα πάω. Άτε να πάω, εν εγέρασα, τζιαι είμαι ακόμα φοιτητής. Κατεβαίνω στο κέντρο για την διαδήλωση. Λλίη αστυνομία. Το Πολυτεχνείο δεν ήτανε γιορτή – ήτανε εξέγερση και πάλη ταξική εξηγά το φυλλάδιο που αναφέρεται στες θκιο ιστορικές επαναστατικές τάσεις που επρωταγωνίστηκαν τζιαι στην Αθήνα του 1973– την τροτσκιστική τζιαι την αναρχική. Μια ομάδα περιφρούρησης της ΕΔΟΝ παρεμβάλλεται μεταξύ μας τζιαι των υπόλοιπων διαδηλωτών. “Φονιάδες των λαών, Αμερικάνοι” φωνάζουν μπροστά. “Το αριστερό μου αφεντικό πατίνι με έχει κάνει και ύστερα μου λέει πως φταιν οι Αμερικάνοι” απαντούν πίσω. “Ένας είναι ο εχθρός, ο ιμπεριαλισμός”, μπροστά, “Η εθνική ενότητα είναι μια παγίδα, οι καταπιεσμένοι δεν έχουνε πατρίδα” τζιαι “Η αλληλεγγύη το όπλο των λαών, πόλεμος στον πόλεμο των αφεντικών” πίσω. Βέβαια οι μόνοι που ακούν τα συνθήματα των αναρχικών εν οι ΕΔΟΝίτες της περιφρούρησης. Στο “Τούρκοι εργάτες αδέρφια μας” γυρίζει ένας ΕΔΟΝίτης τζιαι λαλεί του άλλου. Ρε μα εν σωστά που λαλούν τούτοι. Ναι, λαλεί του ο άλλος μόνο πάνω στα αφεντικά συγχύζουνται λλίον...

Sunday, November 16, 2008

Tuesday, November 11, 2008

Ο Καρλ Μαρξ και η κρίση του καπιταλισμού

του Simon Clarke, Καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Warwick και συγγραφέα του Marx's theory of crisis, Macmillan, 1994
ελληνική μετάφραση: Γρηγόρης Ιωάννου

Ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει μια μεγάλη κρίση με επίκεντρο τις ΗΠΑ, την καρδιά της παγκόσμιας οικονομίας. Μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες που τροφοδότησαν το μακροχρόνιο οικονομικό “μπουμ”, έπρεπε τώρα να διασωθούν από την πτώχευση. Η πίστωση είναι ανεπαρκής, οι επενδύσεις μειώνονται, η παγκόσμια οικονομία προχωρά προς την ύφεση και υπάρχει ο κίνδυνος της οικονομικής κατάρρευσης που θα έχει επιπτώσεις ανά το παγκόσμιο.

Γιατί η απειλή της κρίσης πλανάται πάνω από τον καπιταλισμό; Οι οικονομολόγοι μάς λένε ότι είναι λόγω του άλογου δανεισμού των ασύδοτων χρηματο-οικονομικών οργανισμών, όμως ήταν αυτοί ακριβώς οι οργανισμοί που στήριξαν το προηγούμενο “μπουμ”. Πιο ριζοσπάστες οικονομολόγοι ζητούν αυστηρότερη ρύθμιση των χρηματο-οικονομικών οργανισμών για να διασφαλιστεί ότι τα λάθη δεν θα επαναληφθούν, αλλά αν ο τραπεζικός δανεισμός είχε περιοριστεί στο παρελθόν δεν θα είχαμε ποτέ την “νέα οικονομία” που υποτίθεται υποσχόταν το μόνιμο “μπουμ”. Οι οικονομολόγοι μάς λένε το ίδιο πράγμα μετά από κάθε κρίση τα τελευταία διακόσια χρόνια.

Αφού ο καπιταλισμός, παρά τα ευχολόγια των οικονομολόγων και τις μεταστροφές της οικονομικής πολιτικής, πλήττεται από τακτικές παγκόσμιες κρίσεις, μια επιστημονική προσέγγιση θα μπορούσε να εισηγηθεί ότι η κρίση είναι με κάποιο τρόπο έμφυτη στον καπιταλισμό. Αυτή η υπόθεση έχει διερευνηθεί συστηματικά μόνο από τους Μαρξ και Έγκελς και τους ακόλουθους τους.

Οι Μαρξ και Έγκελς τόνισαν τον κρισιακό χαρακτήρα του καπιταλισμού από τις πρώτες τους εργασίες, τονίζοντας την τάση υπερπαραγωγής που αποτελεί στοιχείο του ανεπτυγμένου καπιταλισμού και το υπόστρωμα των επαναλαμβανόμενων κρίσεων. Η υπερπαραγωγή αποτελεί την αιτία και τη συνέπεια, την ουσιαστική μορφή του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Ο σκοπός του κεφαλαίου δεν είναι, όπως εισηγούνται οι οικονομολόγοι, η ανταπόκριση στην καταναλωτική ζήτηση, αλλά η πραγματοποίηση κερδών, και ο τρόπος με τον οποίο οι καπιταλιστές πετυχαίνουν κέρδη είναι μέσα από τη μείωση των κόστων παραγωγής. Ένας καπιταλιστής που μπορεί να παράγει φτηνότερα από τους ανταγωνιστές του θα παράξει όσο περισσότερο μπορεί, έτσι ώστε να επωφεληθεί του πλεονεκτήματός του. Η αυξημένη παραγωγή οδηγεί στην πτώση των τιμών καθώς η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση και οι πιο υποανάπτυχτοι καπιταλιστές αναγκάζονται να μειώσουν τα κόστη τους εκ νέου. Αν δεν έχουν τους πόρους να εισαγάγουν νέες μεθόδους παραγωγής, μειώνουν τα κόστη τους μέσα από τη μείωση μισθών, την εντατικοποίηση της εργασίας και την επιμήκυνση του ωραρίου. Τελικά η προσφορά επιστρέφει στα όρια της ζήτησης καθώς οι λιγότερο επικερδείς καπιταλιστές πτωχεύουν ή αποχωρούν από τη μάχη και οι εργάτες τους απολύονται.

Η τάση της υπερπαραγωγής δεν αποτελεί μοναδικό γεγονός, είναι η καθημερινή πραγματικότητα της καπιταλιστικής παραγωγής, αναγκάζοντας τους καπιταλιστές μπροστά στην απειλή της εξάλειψης να επεκτείνουν αδιάκοπα τις αγορές τους και να μειώνουν τα κόστη τους. Η θετική πλευρά αυτού του αντιφατικού χαρακτηριστικού του καπιταλισμού είναι ότι οι πιο ανεπτυγμένοι καπιταλιστές δημιουργούν συνέχεια καινούργια προϊόντα και αναπτύσσουν νέες μεθόδους παραγωγής. Όμως τα νέα προϊόντα δεν αναπτύσσονται προς εξυπηρέτηση ανθρωπίνων αναγκών, ούτε οι νέες μέθοδοι αναπτύσσονται για να μειώσουν το μόχθο της εργασίας. Η κεφαλαιακή συσσώρευση στιγματίζεται από την αδιάκοπη δημιουργία νέων αναγκών, από την αυξανόμενη πόλωση του πλούτου και της φτώχειας, τη συνύπαρξη της υπερ-εργασίας και της ανεργίας. Για τον Μαρξ ο καπιταλισμός μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη μεθόδων παραγωγής και νέων τρόπων ικανοποίησης των ανθρώπινων αναγκών, αλλά αυτή η προοδευτική πλευρά του καπιταλισμού μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο σε μια νέου τύπου κοινωνία όπου η παραγωγή θα υποτασσόταν όχι στο κέρδος αλλά στην ανθρώπινη ανάγκη.

Ο Μαρξ και ο Έγκελς πίστευαν ότι αυτή η τάση της υπερπαραγωγής, πιέζοντας κάθε καπιταλιστή με την μορφή του ανταγωνισμού, ήταν ένα χαρακτηριστικό της καθημερινής πραγματικότητας της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά πίστευαν ότι αυτό ήταν που προκαλούσε περιοδικές και ολοένα εντονότερες, γενικές κρίσεις. Η κεφαλαιακή συσσώρευση δεν περιορίζεται στις δυνατότητες κερδοφορίας μέσα από την παραγωγική εργοδότηση μισθωτής εργασίας. Οι καπιταλιστές βρίσκονται σε συνεχή αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων επέκτασης του κεφαλαίου τους, δίνοντας πιστώσεις σε κυβερνήσεις, καταναλωτές και κάθε λογής σπεκουλαδόρους με την ελπίδα να εισπράξουν. Το σπεκουλάρισμα αυτοτροφοδοτείται καθώς προσφέρονται αυξημένες τιμές, υπόσχεται μεγαλύτερες εισπράξεις μέχρι το σημείο που αποτυγχάνει λόγω υπερεκτίμησης των δυνατοτήτων του, οι σπεκουλαδώροι τρέχουν να πραγματοποιήσουν τα κέρδη τους και οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων καταρρέουν αφήνοντας χρηματο-οικονομική καταστροφή στο πέρασμα τους καθώς το σπεκουλάρισμα εκτυλίσσεται. Έτσι η κρίση χτυπά πρώτα στα παγκόσμια χρηματο-οικονομικά κέντρα και μετά επεκτείνεται σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία καθώς οι πηγές πίστωσης εκλείπουν. Η κρίση του 2008 δεν είναι διαφορετική ούτε από την πρώτη κρίση του ανεπτυγμένου καπιταλισμού το 1825-26 ούτε από κάθε άλλη κρίση.

Οι Μαρξ και Έγκελς είδαν αυτές τις κρίσεις ως επαναλαμβανόμενη φάση του κυκλικού μοτίβου που αποτελεί την κανονική μορφή κεφαλαιακής συσσώρευσης. Ενάντια στην εικασία των οικονομολόγων ότι η διάδραση προσφοράς και ζήτησης εξασφαλίζει μια σταθερή τάση προς την ισορροπία καθώς οι καπιταλιστές προσαρμόζουν την παραγωγή στα όρια της αγοράς, οι Μαρξ και Έγκελς επέμειναν ότι είναι μόνο μέσα από περιοδικές κρίσεις που η ισορροπία βίαια, αλλά μόνο προσωρινά, αποκαθίσταται.

Οι περιοδικές κρίσεις υπερπαραγωγής υποδεικνύουν τα αντικειμενικά όρια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αλλά δεν μπορούν από μόνες τους να καταστρέψουν τον καπιταλισμό. Η καταστροφή των υφιστάμενων προϊόντων και παραγωγικών δυνάμεων που δημιουργήθηκαν προηγουμένως, η κατάκτηση των νέων αγορών και η υπερεκμετάλλευση των παλιών, αφαιρεί τα εμπόδια στην περαιτέρω ανάπτυξη των δυνάμεων παραγωγής, όμως μόνο για να ανοίξει το δρόμο για πιο εκτεταμένες και καταστροφικές κρίσεις. Ούτε αυτά τα όρια καθορίζουν την αναποδραστικότητα της διάλυσης του καπιταλισμού. Οι τάσεις για κρίση της κεφαλαιακής συσσώρευσης ορίζουν το “όπλο” με το οποίο η αστική τάξη θα “επιφέρει τον θάνατο της”, αλλά είναι το οργανωμένο προλεταριάτο που “κρατά αυτά τα όπλα” (Κομμουνιστικό Μανιφέστο).

Η εστίαση στο έργο του Μαρξ δεν αφορά την κρίση ως καταστροφικό γεγονός, αλλά τη μόνιμη αστάθεια της κοινωνικής ύπαρξης στον καπιταλισμό. Από αυτή την οπτική ο Μαρξ είναι ο πρώτος και ο πιο ριζοσπάστης θεωρητικός της “μετα-μοντέρνας” συνθήκης, μιας συνθήκης που η πρωτοτυπία της μόλις τώρα γίνεται αντιληπτή από την μητροπολιτική αστική διανόηση, αλλά που έχει ταλανίσει το προλεταριάτο από την απαρχή του καπιταλισμού. Όμως ο Μαρξ δεν μας δίνει μια φιλοσοφική πραγματεία για την μετανεωτερικότητα, αλλά ένα επιστημονικό απολογισμό των αντιφατικών βάσεων της μοντέρνας κοινωνίας.

Tuesday, November 4, 2008

Η εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό κίνημα στην Κύπρο 1920-1960 (Χρονικό του Πολίτη, 2/11/2008)

Αστικοποίηση, εκβιομηχάνιση και προλεταριοποίηση: η δημιουργία των πρώτων συντεχνιών και του ΚΚΚ

Η διαδικασία της εκβιομηχάνισης στην Κύπρο και του εκμοντερνισμού της κοινωνίας και της οικονομίας της είχε ως βασικό αποτέλεσμα την ανάπτυξη της εργατικής τάξης. Οι συνθήκες εργασίας τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα ήταν άθλιες και υπήρχε υπερ-εκμετάλλευση των εργατών από τους “μαστόρους” τους, που προσπαθούσαν να συσσωρεύσουν κεφάλαιο για να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους. Ο ιστορικός Ρολάνδος Κατσιαούνης αναφέρει σχετικά: “Οι ώρες απασχόλησης ήταν γενικά από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου, ενώ σε επαγγέλματα όπως τα ραφεία και τα υποδηματοποιεία η εργασία συνεχιζόταν το βράδυ με το φως της λάμπας. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις τα ημερομίσθια δεν αρκούσαν για να ζει μια οικογένεια πάνω από το όριο της φτώχειας. Ακόμα πιο καταπιεστική ήταν η εκδήλωση αυτής της ανισότητας στον τρόπο μεταχείρισης των εργαζομένων, ώστε να υπογραμμίζεται η ανωτερότητα της εργοδοσίας, μπροστά στην οποία κάθε σκέψη αντίστασης ήταν αφύσικη και αδιανόητη.”

Οι βασικές εταιρείες τότε ήταν μικρές βιοτεχνίες που εργοδοτούσαν ολιγάριθμο προσωπικό στις πόλεις. Η πλειοψηφία του πληθυσμού κατοικούσε στην ύπαιθρο. Όμως και εκεί βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία της προλεταριοποίησης, αφού πολλοί μικρο-ιδιοκτήτες και ακτήμονες αγρότες αναγκάζονταν να δουλέψουν για μεροκάματο. Από τότε χρονολογείται το μεταναστευτικό ρεύμα προς τις πόλεις ως αποτέλεσμα του ξεκληρίσματος των αγροτών από τους τοκογλύφους και γενικότερα της αδυναμίας της γεωργίας να εξασφαλίσει την επιβίωση για μια σημαντική μερίδα των κατοίκων της υπαίθρου. Παράλληλα άρχισαν να λειτουργούν και τα μεταλλεία, εταιρείες ξένων (συνήθως αμερικανικών και πολυεθνικών) συμφερόντων, τα οποία αποτελούσαν τον άλλο βασικό προορισμό των ξεκληρισμένων αγροτών της Κύπρου. Τα μεταλλεία ήταν ιδιαίτερα σημαντικά για την ανάπτυξη της εργατικής τάξης, γιατί εκεί εργοδοτούνταν πολλοί εργάτες μαζί και γιατί εκεί οι εργάτες εργοδοτούνταν ή απολύονταν ανάλογα με τις διακυμάνσεις της παγκόσμιας αγοράς. Έτσι τα μεταλλεία εφέραν στην κυπριακή κοινωνία και τη μαζική εργασία (συγκέντρωση εργατών) και τη στενότερη σύνδεση με την παγκόσμια οικονομία.

Πέρα από κοινωνικο-οικονομική ομάδα, η εργατική τάξη, οριζόμενη ως το σύνολο των μισθωτών εργαζομένων ήταν (και είναι) δυνητικά και πολιτική δύναμη, όπως γνωρίζουμε από την εξέλιξη που συντελέστηκε τον 19ο αιώνα στην υπόλοιπη Ευρώπη, πρώτα στη δυτική και μετέπειτα στην ανατολική. Αυτό έγινε αντιληπτό από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, όταν η εκλογική δύναμη των εργαζομένων αποτέλεσε πόλο έλξης για διάφορους πολιτευτές, που οργάνωσαν συντεχνίες, εργατικές λέσχες και πανεργατικούς συνδέσμους με σκοπό να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές τους φιλοδοξίες. Αυτές οι οργανώσεις δεν είχαν όμως συνδικαλιστικό πρόγραμμα και δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις ποικίλες ανάγκες των εργαζομένων ούτε να παρέχουν ουσιαστική στήριξη και προστασία πέρα από λεκτικές φιλεργατικές διακηρύξεις. Συνήθως μετά τις εκλογές, αφού οι διάφοροι πολιτευτές αποχωρούσαν έχοντας εκμεταλλευτεί τους εργαζόμενους, αυτές οι οργανώσεις διαλύονταν.

Πέρα όμως από τους πολιτικάντηδες και ενάντιά τους, τη δεκαετία του 1920 εμφανίστηκαν και οι διανοούμενοι κομμουνιστές, που λόγω της μαρξιστικής τους κοσμοαντίληψης θεωρούσαν ως πρωταρχικό τους πολιτικό στόχο την αφύπνιση και την οργάνωση της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Το 1922 ιδρύθηκε το Εργατικό Κόμμα που σύντομα μετεξελίχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (1926). Η κίνηση ξεκίνησε από τη Λεμεσό, γιατί η πόλη ήταν τότε, λόγω του λιμανιού της, το ανθηρό οικονομικό κέντρο της Κύπρου, συγκεντρώνοντας όλες σχεδόν τις βιομηχανικές μονάδες, σε αντίθεση με τη Λευκωσία. Η σοσιαλιστική ομάδα ξεκίνησε από μερικούς δημοτικιστές που αγωνίζονταν για την προαγωγή της δημοτικής γλωσσικής εκδοχής, υπό την επίδραση της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία. Ο πυρήνας αυτός δημιούργησε εργατικές μικροομάδες στον Αμίαντο, τη Σκουριώτισσα, το Πισσούρι, το Κοιλάνι, τη Γερμασόγεια, το Βαρώσι και τη Λευκωσία και έδρασε ουσιαστικά ως ο πρόδρομος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου. Μέχρι το τέλος του 1924 συγκροτήθηκαν οι εργατικές συντεχνίες πάνω σε ενιαία βάση και ενιαίο καταστατικό και με την κοινή ονομασία “σωματείο”. Πρόνοια των καταστατικών τους ήταν πρώτον η υλική βελτίωση της ζωής των μελών του και δεύτερον η πνευματική τους καλλιέργεια με τη μείωση των ωρών δουλειάς πάνω σε οκτάωρη βάση, αύξηση των μεροκαμάτων και ψήφιση εργατικής νομοθεσίας. Αυτό θα γινόταν εφικτό, όπως αναφέρεται, με την πάλη των τάξεων.

Η απόπειρα των εργατών να οργανωθούν σε συντεχνίες με ταξικό χαραχτήρα και να διαπραγματευτούν συλλογικά τους όρους της χρησιμοποίησης της εργατικής τους δύναμης προκάλεσε την οργή της εργοδοτικής τάξης. Ειδικότερα αφού οι συντεχνίες βρισκόντουσαν και κάτω από την ιδεολογική και πολιτική επιρροή των κομμουνιστών, που είχαν ως απώτερο σκοπό την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και άρα της αστικής κοινωνικο-οικονομικής εξουσίας. Έτσι κατά τη διάρκεια εργατικών κινητοποιήσεων η εργοδοσία σε συνεργασία με τις Αρχές προχωρούσαν στην καταστολή και στη σύλληψη των πρωτεργατών. Ακόμα και σε περιόδους ομαλών εργασιακών σχέσεων η δηλωμένη πρόθεση των εργαζομένων όχι μόνο να βελτιώσουν τους όρους εργοδότησης, αλλά και να αποκτήσουν υπόσταση και αξιοπρέπεια απέναντι στην εργοδοσία συναντούσε ισχυρές αντιστάσεις. Η πολεμική ενάντια στο νεαρό συνδικαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα της εποχής υπήρξε λυσσαλέα και πολλές φορές βίαιη.

Τα γενικότερα μέτρα καταστολής που ακολουθήσαν την εξέγερση του 1931 χτύπησαν φυσικά και τις εργατικές οργανώσεις. Όμως οι εργατικές οργανώσεις λόγω απουσίας εργατικής νομοθεσίας δεν ήταν ούτως ή άλλως επίσημα αναγνωρισμένες. Δρούσαν δηλαδή τη δεκαετία του 1920 άτυπα και εκτός νομικού πλαισίου. Η πρώτη εργατική προστατευτική νομοθεσία θεσπίστηκε το 1932 με τον περί Συντεχνιών Νόμο που ήταν βασισμένος στον αντίστοιχο Αγγλικό Περί Συντεχνιών Νόμο του 1871. Έτσι τη δεκαετία του 1930, κατά τη διάρκεια της Παλμεροκρατίας, οι συντεχνίες απέκτησαν για πρώτη φορά νομική υπόσταση. Με αυτό τον τρόπο η αποικιακή κυβέρνηση στόχευε στο να αντικρούσει ένα βασικό επιχείρημα των κομμουνιστών ότι η κυβέρνηση δεν λαμβάνει υπόψιν της τα συμφέροντα των εργατών. Ο Αποικιακός Γραμματέας ορίστηκε ως ο πρώτος Έφορος Συντεχνιών με δικαίωμα άρνησης εγγραφής συντεχνιών χωρίς αιτιολόγηση, αποκλεισμού εργατών λόγω των πολιτικών τους φρονημάτων, απογόρευσης οργανωτικών συνελεύσεων εργαζομένων εκτός εάν αυτές περιορίζονταν αυστηρά στο μοναδικό θέμα έγκρισης του καταστατικού της συντεχνίας και παρουσίας της αστυνομίας σε συνελεύσεις, αν το θεωρούσε αναγκαίο.

Έτσι από το 1932 ως το 1938 μόνο πέντε συντεχνίες εγγράφηκαν λόγω κωλυσιεργίας και προσκομμάτων από πλευράς των Αρχών. Η έλλειψη εμπειρίας και οργανωτικής ικανότητας από πλευράς των πρωταγωνιστών και η έλλειψη οικονομικών πόρων ήταν οι άλλοι παράγοντες της αργής ανάπτυξης του κινήματος. Πάντως οι αποικιακές Αρχές για παν ενδεχόμενο φρόντισαν να κάνουν τη γενική απεργία παράνομη με την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα το 1933. Στην εγγραφή των πρώτων συντεχνιών είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο οι εθνικόφρονες δικηγόροι Χριστόδουλος και Μιχάλης Μιχαηλίδης, για τους οποίους οι απόψεις της ΠΕΟ και της ΣΕΚ είναι αντιφατικές. Για την ΠΕΟ οι δυο αυτοί δικηγόροι υπήρξαν πολιτικάντηδες με αντεργατικές θέσεις, ενώ για την ΣΕΚ αποτελούν τους πατέρες του κυπριακού συνδικαλιστικού κινήματος. Αργότερα ο Χριστόδουλος Μιχαηλίδης ανέλαβε ως εκδότης της εφημερίδας της ΣΕΚ “Εργατική Φωνή” και ο Μιχάλης Μιχαηλίδης ως Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου και Στρατοδικείου.

Η πολιτική κουλτούρα και οι κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης

Οι εργάτες της Κύπρου προχώρησαν το 1925 στη δημιουργία Εργατικού Κέντρου στη Λεμεσό. Ο στόχος ήταν η συστέγαση των συντεχνιών για να δημιουργηθούν στενότερες σχέσεις μεταξύ των σωματείων, ώστε να συντονίζεται η δράση τους για γενικότερα ζητήματα και να αναπτυχθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των εργατών και η συνείδηση της τάξης τους. Επηρεασμένοι μάλλον από το διεθνές εργατικό επαναστατικό κίνημα υιοθέτησαν και το σφυρί ως το σύμβολό τους. Εκεί γίνονταν διαλέξεις τις Κυριακές (μια φορά ήρθε ως ομιλητής και ο Νίκος Καζαντζάκης), αθλητικές δραστηριότητες, πεζοπορίες, θέατρο, ενώ παράλληλα λειτουργούσε και σχολείο με μαθήματα ανάγνωσης, γραφής, αριθμητικής και Αγγλικών. Από τότε ξεκινά να γιορτάζεται και η Πρωτομαγιά στην Κύπρο.

...Οι πιέσεις των αφεντικών μας, η εκμετάλλευση από τους πλουτοκράτες πρέπει να μας ενώσουνε, Τούρκους και Χριστιανούς. Δε μας χωρίζουνε πια φυλετικά μίση και θρησκευτικοί φανατισμοί. Αφτά ανήκουνε στο παρελθόν. Σήμερα πρέπει όλοι αδερφωμένοι να διεκδικήσουμε τα δικαιώματα που έχουμε στη ζωή...Κανένας Οθωμανός και κανένας Χριστιανός εργάτης δεν πρέπει να λείψει από την αβριανή συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς. Ζήτω η αδερφοσύνη των Ελλήνων και Τούρκων εργατών. Ζήτω οι εργάτες όλου του κόσμου.
Πρωτομάγιατικη προκήρυξη 1926, (Ιστορία ΠΣΕ-ΠΕΟ 1941-1991, 1991)

Σε ψήφισμα της συγκέντρωσης προς την αποικιακή κυβέρνηση μεταξύ άλλων οι εργάτες απαίτησαν εργατικούς νόμους για αναγνώριση των συντεχνιών, θέσπιση του οχταώρου, αποζημίωση των εργατικών ατυχημάτων, αποζημίωση για αδικαιολόγητες απολύσεις, προστασία των γυναικών και των ανήλικων εργαζομένων, κατάργηση της φορολογίας στα είδη πρώτης ανάγκης, φορολόγηση του κεφαλαίου και τερματισμό της αστυνομικής καταδίωξης εργατών και αγροτών στις πόλεις και στα χωριά. Η αποικιακή κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα. Απέλασε τον Έλληνα κομμουνιστή γιατρό Νίκο Γιαβόπουλο, που ήταν που τους οργανωτικούς πυρήνες του “ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος” και συστηματοποίησε την παρακολούθηση των κομμουνιστών εργατών, τις απειλές και γενικότερα την προσπάθεια τρομοκράτησής τους. Η κυπριακή (ελληνική) αστική τάξη επικρότησε την απέλαση του Γιαβόπουλου και τη σκλήρυνση της αποικιακής πολιτικής. Παράλληλα μέσα στο αντικομμουνιστικό κλίμα της εποχής εμφανίστηκαν και φαινόμενα τραμπουκισμού (ξυλοδαρμών) με την ανοχή της αποικιακής αστυνομίας.

Η πρώτη απεργία στην Κύπρο πραγματοποιήθηκε το 1895, από εργάτες που άνοιγαν αυλάκια στον Ποταμό Γερμασόγειας. Σταμάτησαν τη δουλειά, επειδή η κυβέρνηση τούς αφαίρεσε ένα γρόσι από το μεροκάματο. Ως τη δεκαετία του 1930 το φαινόμενο της αυθόρμητης απεργίας κατέστη η βασική μορφή αγώνα των εργατών. Σημαντικές απεργίες σημειώθηκαν το 1923 και το 1925 στα μεταλλεία της ΚΜΕ (Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία αμερικανικών συμφερόντων) για τις συνθήκες εργασίας και ενάντια στην υπεργολαβία, ενώ στον Αμίαντο το 1927 οι εργάτες αξίωσαν και πέτυχαν τη μείωση στις ώρες εργασίας από δέκα σε εννιά τη μέρα. Η μεγαλύτερη απεργία έγινε στον Αμίαντο το 1929 με τη συμμετοχή 5000-6000 εργατών, που πραγματοποίησαν διαδήλωση στα γραφεία της εταιρείας με αίτημα την αύξηση των μεροκαμάτων και την ελευθερία τους να αγοράζουν το ψωμί τους από όπου ήθελαν και όχι από τους φούρνους της εταιρείας όπου ήταν ακριβό. Η απεργία, αν και ουσιαστικά αυθόρμητη, ήταν τουλάχιστον εν μέρει υποκινούμενη από τους κομμουνιστές που λειτουργούσαν γενικότερα ως πυρήνες της συνδικαλιστικής δράσης. Ο βετεράνος συνδικαλιστής Παντελής Βαρνάβας θυμάται που έγραφαν με κιμωλία τη λέξη απεργία πάνω στα βαγόνια και έτσι διαδιδόταν μέσα στο μεταλλείο η πρόταση. Στην απεργία του Αμίαντου το 1929, που εξελίχθηκε σε εξέγερση και καταστάληκε από την αποικιακή αστυνομία, πολλοί φυλακίστηκαν, άλλοι πλήρωσαν πρόστιμα και 24 εξορίστηκαν από την περιοχή του μεταλλείου και του χωριού που θεωρούνταν ιδιωτική περιοχή της εταιρείας.

Το 1933 οι οικοδόμοι και οι εργάτες οικοδομών απέργησαν ζητώντας ελάττωση των ωρών δουλειάς και αύξηση του μεροκαμάτου. Συγκρούστηκαν με την αποικιακή αστυνομία και υπήρξαν τραυματισμοί και συλλήψεις. Το 1935 οι οργανωμένοι σε αναγνωρισμένη συντεχνία υποδηματοποιοί (Έλληνες, Τούρκοι και Αρμένιοι) απέργησαν με αιτήματα 30% αύξηση, δεκάωρη μέρα και αναγνώριση από τους εργοδότες. Ήταν η πρώτη φορά που νομικά αναγνωρισμένη συντεχνία κινητοποιούσε εργάτες. Η απεργία αυτή κατέληξε σε συμβιβασμό. Ακολούθησαν οι μεταλλωρύχοι σε δυο μεταλλεία της ΚΜΕ το 1936. Η απεργία αυτή διήρκεσε μόνο δυο μέρες, αλλά ήταν δικοινοτική στην περιοχή Λεύκας – Μαυροβουνιού και χρειάστηκε να έρθει στρατός για να την σπάσει. Το 1937 απέργησαν οι χτίστες του Βαρωσιού με αιτήματα αύξησης μεροκαμάτου, εννιάωρη δουλειά και αναγνώριση της συντεχνίας. Οι απεργοί συγκρούστηκαν με την αστυνομία και τους συνεργάτες της. Το 1938 σημειώθηκαν τέσσερις απεργίες, τρεις μάλιστες από γυναίκες εργάτριες. Η σημαντικότερη και η μοναδική που ηττήθηκε ήταν αυτή στο Νηματουργείο του Π. Ιωάννου στο Βαρώσι. Κράτησε τρεις μήνες και οι απεργοί ήταν όλοι γυναίκες. Οι άντρες του εργοστασίου ήταν απεργοσπάστες. Η απεργία των εργατριών του Βαρωσιού βρήκε ανταπόκριση και στις νεοϊδρυθείσες συντεχνίες της Λεμεσού. Οι υπο αναγνώριση συντεχνίες των βαρελοποιών, ραπτεργατών και υπαλλήλων κουρείων πρόσφεραν χρηματική στήριξη στις απεργούσες γυναίκες στο Βαρώσι και κάλεσαν τους εργάτες της Κύπρου να ενισχύσουν το δίκαιο αγώνα τους.

Οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης και η οργάνωση σε παγκύπρια βάση

Το 1939 υπήρξε σημαντική χρονιά για το συνδικαλιστικό κίνημα. Ήταν η χρονιά που εγγράφηκαν 32 καινούργιες συντεχνίες. Πέρα από άλλη μια μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων της ΚΜΕ και μια μικρότερη των εργατών γης στην περιοχή Κίτι-Μενεού στο τσιφλίκι του Αράπη (ενός Σύρου) που κερδίθηκαν, ήταν η τετραήμερη απεργία των χτιστών της Λευκωσίας την Πρωτομαγιά που κατέκτησε το οχτάωρο. Το Μάη του 1939 συμφωνήθηκε και η πρώτη συλλογική σύμβαση που κατοχύρωσε πραγματικά και το θεσμό της συντεχνίας και το οχτάωρο στις οικοδομές. Ακολούθησαν οι πελεκάνοι και ως το 1941 το οχτάωρο εφαρμόστηκε σε καθολική και παγκύπρια βάση.

Τον Αύγουστο του 1939, μέσα στο κλίμα της σημαντικής κατάκτησης του οχταώρου πραγματοποιήθηκε και η πρώτη απόπειρα για τη δημιουργία κεντρικού συντεχνιακού οργάνου. Η Πρώτη Παγκύπρια Συνδιάσκεψη έγινε στο Βαρώσι με τη συμμετοχή 101 αντιπροσώπων από 57 διαφορετικές συντεχνίες, που είχαν τότε γύρω στα 3400 ταχτικά συντεχνιακά μέλη. Εκλέγηκε πενταμελής επιτροπή για να επεξεργαστεί το ψήφισμα της συνδιάσκεψης και να του δώσει την τελική διατύπωση για υποβολή προς την κυβέρνηση. Η προσπάθεια αυτή όμως απέτυχε· σύμφωνα με την ΠΕΟ λόγω αδυναμίας της επιτροπής, αρνητικής στάσης μερικών δεξιών αντιπροσώπων και λόγω της έναρξης του παγκοσμίου πολέμου. Σύμφωνα με τη ΣΕΚ, η αποτυχία ήταν λόγω ιδεολογικών διαφορών και της προσπάθειας των κομμουνιστών να ελέγξουν το κίνημα.

Η ραγδαία ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος οδήγησε τη βρετανική αποικιακή κυβέρνηση να ενδιαφερθεί γενικότερα για τις συνθήκες εργασίας και τις εργασιακές σχέσεις στην Κύπρο. Η ρύθμιση και η καθοδήγηση της ανάπτυξης και των δραστηριοτήτων των συντεχνιών στα “σωστά” κανάλια ήταν και αίτημα τμήματος της τοπικής αστικής τάξης, όπως φαίνεται γενικά μέσα από το δεξιό Τύπο αλλά και ειδικότερα μέσα από το κείμενο του Ν. Κ Λανίτη “Ο συνδικαλισμός και η παροχή κοινωνικών υπηρεσιών στην Κύπρο”, αγγλική έκδοση 1940. Το πιο προοδευτικό τμήμα της αστικής τάξης θεωρούσε ότι οι συντεχνίες ήρθαν για να μείνουν και ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί νομικό πλαίσιο που θα διέπει τη δραστηριότητα τους. Τον ίδιο χρόνο ήρθε στην Κύπρο ο W. J. Hull ως εργατικός σύμβουλος της κυβέρνησης, για να ετοιμάσει μια έκθεση με θέμα τα εργατικά προβλήματα στο νησί. Στη βάση αυτής της έκθεσης ακολούθησε η ίδρυση του Τμήματος Εργασίας (που εξελίχτηκε μετά την Ανεξαρτησία στο Υπουργείο Εργασίας), η τροποποίηση του Περί Συντεχνιών Νόμου και η θέσπιση άλλων δυο νόμων το 1941: του Περί Κατώτατων Ημερομισθίων και του Περί Εργατικών Διαφορών (συμφιλίωση, διαιτησία και έρευνα). Διορίστηκε ένας Διοικητής Εργασίας, δυο γραφείς, δυο Επιθεωρητές Εργασίας, ένας Έφορος Συντεχνιών, ένας κλητήρας και ένας Σύνδεσμος με το Στρατό για την απασχόληση των πολιτών.

Το 1941 πραγματοποιείται και η δεύτερη απόπειρα δημιουργίας κεντρικού συνδικαλιστικού οργάνου στη Λευκωσία. Συμμετείχαν 194 αντιπρόσωποι από 66 συντεχνίες. Όμως αυτή τη δεύτερη συνδιάσκεψη δεν τη συγκάλεσε η επιτροπή της πρώτης συνδιάσκεψης, αλλά μια άλλη πενταμελής επιτροπή που εκλέγηκε από παγκύπρια σύσκεψη των συντεχνιών στη Λεμεσό. Και τα πέντε μέλη της επιτροπής αυτής ήταν στελέχη της Αριστεράς και του καινούργιου της μαζικού πολιτικού σχήματος, του ΑΚΕΛ, που είχε ιδρυθεί μερικούς μήνες πριν. Η δεύτερη παγκύπρια συνδιάσκεψη, πέρα από τα θέματα των νέων εργατικών νομοσχεδίων και της κυβερνητικής πολιτικής και τις επιπτώσεις του πολέμου πάνω στους εργαζόμενους, ασχολήθηκε και με οργανωτικά θέματα εκλέγοντας 17μελή Παγκύπρια Συντεχνιακή Επιτροπή (ΠΣΕ). Ασκήθηκε κριτική στα κυβερνητικά νομοσχέδια και αναλήφθηκε η πρωτοβουλία για τη μεταρρύθμισή τους. Αποφασίστηκε η συνέχιση του αγώνα για την πάταξη της μαύρης αγοράς και η ενεργή συμμετοχή της εργατικής τάξης στον αντιφασιστικό αγώνα. Από οργανωτικής πλευράς αποφασίστηκε η οργάνωση των εργατών κατά επιχείρηση και η εντατικοποίηση της προσπάθειας για την οργάνωση των γυναικών, των αγροτικών εργατών και των Τουρκοκυπρίων.

Το ξέσπασμα του πολέμου το 1939 προκάλεσε τεράστιο κύμα ανεργίας στην Κύπρο. Σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών, που προκάλεσε την χρεωκοπία πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το κλείσιμο των περισσοτέρων μεταλλείων της Κύπρου οδήγησε πολλούς εργαζόμενους στην πείνα. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, το εργατικό κίνημα απαίτησε από την κυβέρνηση “ψουμίν τζιαι δουλειά”, μέσα από ανακουφιστικά κυβερνητικά έργα. Οι μαχητικές διαδηλώσεις οδήγησαν σε αστυνομική βία και συλλήψεις, απεργίες αλληλεγγύης και άλλες διαδηλώσεις που εξανάγκασαν την κυβέρνηση να αναλάβει κάποια προσωρινά ανακουφιστικά έργα. Συνολικά την περίοδο 1940-41 πραγματοποιήθηκαν 47 απεργίες με συμμετοχή 3000 εργατών. Το 1940 ξεκίνησε απεργία στα Δημόσια Έργα που είχαν αυξηθεί σημαντικά εξαιτίας των στρατιωτικών αναγκών που προέκυψαν λόγω του πολέμου. Το 1941 οι οικοδόμοι του Στρατιωτικού Νοσοκομείου 57, απέργησαν, συγκρούστηκαν με τους απεργοσπάστες και κέρδισαν το οχτάωρο και για τους κυβερνητικούς. Τον ίδιο χρόνο οι υποδηματεργάτες της Λευκωσίας πέτυχαν την οριστική κατάργηση της κατ' αποκοπή εργασίας (δουλειάς με το κομμάτι) και την εφαρμογή του οχταώρου.

Η ραγδαία αύξηση των στρατιωτικών και δημοσίων έργων κατά τη διάρκεια του πολέμου έδωσε καινούργια πνοή στην κυπριακή εργατική τάξη δίνοντάς της την ευκαιρία να διεξάγει νέους σημαντικούς αγώνες τόσο για μισθολογικές αυξήσεις, όσο και για εργασιακά δικαιώματα. Το 1946 υπήρχαν σχεδόν 100 000 υπάλληλοι (58% των εισοδηματιών). Από αυτούς 80% εργαζόταν εκτός γεωργίας και 25% στη βιομηχανία και τις επιδιορθώσεις. Το ανεκτικότερο κλίμα μέσα από την ευρύτερη φιλελευθεροποίηση του αποικιακού καθεστώτος επέτρεψε στη συντεχνιοποίηση να εξελιχθεί ραγδαία με το συνολικό αριθμό των συντεχνιών να τριπλασιάζεται και τον αριθμό των μελών τους να εξαπλασιάζεται από το 1939 στο 1945. Το Δεκέμβρη του 1942 πραγματοποιήθηκε παγκύπρια απεργία στα στρατιωτικά έργα με συμμετοχή 8000-10 000 εργατών. Η απεργία πέτυχε κάποιες άμεσες μισθολογικές αυξήσεις, αλλά πιο ουσιαστικά αποτέλεσε επίδειξη δύναμης προς την αποικιακή κυβέρνηση που προχώρησε σε επιχορηγήσεις στις τιμές βασικών προϊόντων και στο διορισμό επιτροπής τιμαρίθμου για να ετοιμάσει αναλυτικές εισηγήσεις στην κυβέρνηση. Το Μάη του 1943 η ΠΣΕ κατέθεσε αναλυτική έκθεση στην επιτροπή τιμαρίθμου της κυβέρνησης με συγκεκριμένες προτάσεις και τον Οκτώβρη του 1943 προχώρησε σε παναπεργία για να ασκήσει πίεση πάνω στην κυβέρνηση. Η απεργία επηρέασε περισσότερους από 20 000 εργάτες.

Το Φεβράρη του 1944 η ΠΣΕ καταθέτει αιτήματα αυξήσεων στη βάση του τιμάριθμου, τα οποία απορρίπτονται από την κυβέρνηση. Με προκήρυξή της στις 8/2/1944 καλεί την εργατική τάξη και το λαό σε συστράτευση. “Εμπρός λοιπόν για την τρίτη φάση του αγώνα που θα μας δώσει την πλήρη προσαρμογή των μεροκαμάτων στον τιμάριθμο και την άμεση εφαρμογή των εισηγήσεων μας για την λύση του επισιτιστικού προβλήματος...Σύνθημα μας λοιπόν ας είναι αυτές τις μέρες ένα και μόνον. Εμπρός για την εξασφάλιση του ψωμιού μας, των παιδιών μας, του ψωμιού των παιδιών και της γυναίκας του στρατιώτη. Ζήτω ο αγώνας του λαού.” Η απεργία της 1ης Μαρτίου 1944 κράτησε 24 μέρες και υπήρξε η πιο σημαντική μάχη του κυπριακού εργατικού κινήματος. Ξεκίνησε από τους εργάτες στα δημόσια έργα, αλλά σύντομα δημιουργήθηκε κίνημα αλληλεγγύης σε παγκύπρια βάση, οργανώθηκαν έρανοι για τους απεργούς και κλιμακώθηκε με παναπεργία και μαζικές συγκεντρώσεις. Έτσι κατακτήθηκε το 1944 η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ), που συνδέει ακόμα τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων με αυξήσεις στους μισθούς.

Η διάσπαση του εργατικού κινήματος σε ιδεολογική και εθνοτική βάση

Οι ιδεολογικές και οι εθνοτικές διαφορές υπήρχαν από το ξεκίνημα του εργατικού κινήματος. Όμως ως τα μέσα της δεκαετίας του 1940 δεν ήταν αρκετά έντονες ώστε να προκαλέσουν διάσπαση. Η ενότητα της εργατικής τάξης έμπαινε ως επιτακτική προτεραιότητα και εμπόδιζε την εσωτερική σύγκρουση. Για παράδειγμα μια συντεχνία εθνικοφρόνων, που συστάθηκε από απεργοσπάστες το 1926, διαλύθηκε λίγα χρόνια αργότερα. Τη δεκαετία του 1930 το αντικομμουνιστικό κλίμα που επικρατούσε στην κυπριακή κοινωνία δεν φαίνεται να πέρασε στην εργατική τάξη. Οι κομμουνιστές εξελίχτηκαν σε άτυπους ηγέτες του εργατικού κινήματος και καθοδηγούσαν πολιτικά τη δράση του. Όμως η δεκαετία του 1940 ήταν η εποχή των μεγάλων πολιτικών συγκρούσεων ανά το παγκόσμιο. Πέρα από τον ταξικό αγώνα, ο αντιφασιστικός και ο αντιαποικιακός αγώνας δημιούργησαν καινούργια πλαίσια πολιτικής αντίληψης και δράσης. Στην Ελλάδα ξεκίνησε υπόγεια ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των ανταρτών του ΕΑΜ / ΕΛΑΣ από τη μια και της φιλοδυτικής εθνικόφρονος δεξιάς από την άλλη. Η Ευρώπη ολόκληρη αποτέλεσε πεδίο πολιτικής και ιδεολογικής σύγκρουσης μεταξύ αντιστασιακών οργανώσεων, αγγλοαμερικανικού και σοβιετικού στρατού παραμονές της ήττας της ναζιστικής Γερμανίας. Στη Μέση Ανατολή οι αντιαποικιακές κινητοποιήσεις έγιναν εντονότερες. Στην Κύπρο το καινούργιο μαζικό σχήμα της κομμουνιστικής Αριστεράς, το ΑΚΕΛ, μέσα από την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου κέρδισε δυο από τους πέντε δήμους στις εκλογές του 1943 και εξελίχθηκε σε εν δυνάμει κυρίαρχη πολιτική δύναμη. Ταυτόχρονα η έκκλησή του στην κυπριακή εργατική τάξη να συστρατευτεί στον αντιφασιστικό αγώνα οδήγησε πολλούς Κύπριους (Ε/κ και Τ/κ) να ενταχτούν στο βρετανικό στρατό1.

Η ίδρυση του ΑΚΕΛ ως μετωπικού και νόμιμου πολιτικού σχήματος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου με γραμμή την εθνική αυτοδιάθεση, που στις συνθήκες της Κύπρου ερμηνευόταν ως ένωση με την Ελλάδα, σηματοδοτεί την ολοκληρωτική επικράτηση του εθνικισμού στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Όμως ο ελληνοκυπριακός εθνικισμός της δεκαετίας του 1940 ήταν ακόμα ήπιος σε σχέση με αυτόν των επόμενων δεκαετιών. Διαλεκτικά η κυριαρχία του εθνικιστικού πολιτικού πλαισίου δράσης στην ελληνοκυπριακή κοινότητα προκάλεσε και την εμφάνιση του τουρκοκυπριακού εθνικισμού με βασικό σύνθημα την αποτροπή της Ένωσης και μέσο το διαχωρισμό των κοινοτήτων στην Κύπρο και στο κοινωνικο-οικονομικό πεδίο.

Οι πρώτες τουρκικές συντεχνίες εμφανίζονται το 1942 και η εμφάνισή τους συμπίπτει με την οργάνωση του ΑΚΕΛ και με την άνοδο του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Ήταν όμως πολύ αδύναμες τόσο αριθμητικά όσο και οργανωτικά. Οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι εργάτες συνέχισαν να είναι μέλη της ΠΣΕ-ΠΕΟ. Παρόλ' αυτά η ΠΣΕ-ΠΕΟ δεν κατάφερε να εξελιχθεί σε δικοινοτική συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς σύμφωνα με τον ηγέτη του αριστερού συνδικαλιστικού κινήματος Αντρέα Ζιαρτίδη: “Υποτιμούσαμε την ανάγκη ισότιμης μεταχείρισης των Τ/κ μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα...τα περισσότερα από τα καταστατικά των συντεχνιών μας δεν είχαν μεταφραστεί ποτέ στα τούρκικα για την εξυπηρέτηση των Τούρκων μελών τους...τα φυλλάδια επίσης, σπανιότατα μιλούσε Τούρκος ομιλητής (σε συνέδρια και) σπανιότατα γινόταν μετάφραση των εισηγήσεων ή των αποφάσεων στα τούρκικα.”

Τη δεκαετία του 1940 όμως ήταν η ιδεολογική σύγκρουση Αριστεράς και Δεξιάς που κυριαρχούσε και ήταν αυτή που προκάλεσε τη βασική διαίρεση του συνδικαλιστικού κινήματος. Η ΠΣΕ, που δημιουργήθηκε με τη δεύτερη συνδιάσκεψη των συντεχνιών, τάχθηκε ανοιχτά με το ΑΚΕΛ στις δημοτικές εκλογές του 1943 και αυτό προκάλεσε τη δυσαρέσκεια κάποιων εργατών που προχώρησαν στη δημιουργία των Νέων Συντεχνιών το 1944. Η δημιουργία των Νέων Συντεχνιών ενθαρρύνθηκε και προωθήθηκε από το Κυπριακό Εθνικό Κόμμα (ΚΕΚ). Το ενδιαφέρον στοιχείο ήταν ότι παρά την ελληνοχριστιανική τους πολιτική γραμμή, οι Νέες Συντεχνίες είχαν στα πρώτα τους συνέδρια και συμμετοχή Τουρκοκυπρίων αντιπροσώπων από τις νεοϊδρυθείσες τουρκικές συντεχνίες. Βέβαια αυτό δεν κράτησε και πολύ διότι σταδιακά η εθνοτική πολιτική σύγκρουση άρχισε να περιορίζει τα περιθώρια συνεργασίας των εργατών από τις δυο βασικές κοινότητες της Κύπρου. Όμως οι Παλιές Συντεχνίες (ΠΣΕ-ΠΕΟ) διατήρησαν καλές σχέσεις με τις τούρκικες συντεχνίες και προχώρησαν στην ίδρυση τουρκικού γραφείου για τους Τουρκοκύπριους εργάτες μέλη της ΠΕΟ. Το 1954 η ΠΕΟ είχε 2500 Τουρκοκύπριους εργάτες και το 1955 3000, σε σύγκριση με 740 και 2214 που ήταν τα μέλη των τουρκικών συντεχνιών αντίστοιχα. Οι Τουρκοκύπριοι εργάτες δεν έδειξαν ενθουσιασμό για το ξεχωριστό κίνημα πριν το 1956, παρόλο που η Ένωση ήταν ένας από τους στόχους που προωθούσαν τόσο οι Παλιές όσο και οι Νέες Συντεχνίες.

Ενώ οι Παλιές Συντεχνίες αυτοπροσδιορίζονταν ως ταξικές οργανώσεις, οι Νέες Συντεχνίες αυτοπροσδιορίζονταν ως εθνικές οργανώσεις. Αυτή ήταν η βασική ιδεολογική διαίρεση του συνδικαλιστικού κινήματος τη δεκαετία του 1940, που ήταν η δεκαετία της μεγαλύτερης του δύναμης. Και αυτή η ιδεολογική διαίρεση ήταν εμφανής στις συζητήσεις και στις εκδηλώσεις που οργανώνονταν – διαλογικές συζητήσεις και μαθήματα στην Αριστερά, άρθρα και διαλέξεις στην Δεξιά. Ενώ η Αριστερά έδινε έμφαση στην ταξική και υλιστική διαπαιδαγώγηση των εργατών, η Δεξιά έδινε έμφαση στην εθνική και αντικομμουνιστική διαπαιδαγώγηση των εργατών.

Η σύγκρουση Στάλιν – Τρότσκυ για την πολιτική που θα ακολουθούσε η Σοβιετική κυβέρνηση στη Ρωσία τη δεκαετία του 1930 είχε αντίκτυπο και προεκτάσεις στα κομμουνιστικά εργατικά κινήματα ανά το παγκόσμιο. Έτσι και στην Κύπρο ιδρύθηκε ένα μικρό Τροτσιστικό Κόμμα, που δρούσε παράλληλα με το ΚΚΚ μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Οι Τροτσκιστές έπαιρναν συχνά πιο ριζοσπαστικές θέσεις στη μελέτη των αιτημάτων και κατηγορούνταν συχνά για εξτρεμισμό. Πέρα όμως από τις ιδεολογικές διαφορές υπήρχαν και κοινωνικο-πολιτικές διαφορές, όπως φαίνεται από το ζήτημα της συστέγασης των συντεχνιών. Διαιρέσεις δηλαδή στο εσωτερικό της εργατικής τάξης της Κύπρου όσον αφορούσε το στάτους του κάθε κλάδου και της συνδικαλιστικής του ηγεσίας. Οι επίτροποι παραδείγματος χάριν της συντεχνίας των εμποροϋπαλλήλων δεν αποδέχονταν τη συστέγαση με τους εργάτες της οικοδομικής βιομηχανίας ή με τους υποδηματεργάτες, ενώ η συντεχνία των τυπογράφων ήθελε να έχει δικό της ξεχωριστό οίκημα. Αυτό ήταν θέμα της συγκεκριμένης συνδικαλιστικής ηγεσίας που υπολόγιζε ότι με τη συστέγαση ίσως να έχανε ορισμένα προνόμια.

Βέβαια τελικά η συστέγαση των συντεχνιών προχώρησε και οι γενικές συντεχνίες ΠΕΟ και ΣΕΚ καταφέραν να συγκροτηθούν ως παγκύπριες και πολυκλαδικές οργανώσεις. Όμως οι κοινωνικο-πολιτικές διαφορές παρέμειναν, όπως φάνηκε αργότερα με τη δημιουργία ξεχωριστών κλαδικών συντεχνιών των δημοσίων υπαλλήλων, των δασκάλων και των καθηγητών, των τραπεζικών, των καταστηματαρχών κτλ. Ποια ήταν όμως η λογική πίσω από τη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων; Ο Ζιαρτίδης λόγου χάριν αναφέρει ότι διδάχτηκε από τον Πλουτή Σέρβα, ηγέτη του ΑΚΕΛ και δήμαρχο Λεμεσού, πώς διεξάγονται οι εργατικοί αγώνες μέσα από την οργάνωση της συντονιστικής επιτροπής, την υποβολή των αιτημάτων γραπτώς προς τους εργοδότες και τη διεξαγωγή διαλόγου (συλλογικών διαπραγματεύσεων) μαζί τους, ανεξάρτητα από το αν θα γίνει απεργία ή όχι. Ότι το βασικό είναι να κερδιθεί η κοινή γνώμη με το μέρος των απεργών και ότι είναι απαραίτητη προϋπόθεση να υποστηριχτεί η απεργία μέσα από τη δημιουργία ειδικού απεργιακού ταμείου.

Με το τέλος του παγκοσμίου πολέμου το 1945, κατά τη διάρκεια του οποίου το συνδικαλιστικό κίνημα είχε σημαντικές επιτυχίες, οι Αρχές είχαν την ευχέρεια να προχωρήσουν στην καταστολή του εργατικού κινήματος με στόχο την πολιτική του εξουδετέρωση. Με βάση διάφορα άρθρα του Ποινικού Κώδικα προσήψαν συνολικά 15 κατηγορίες ενάντια στους 18 συντεχνιακούς ηγέτες, που συνέκλιναν όλες σε ένα κοινό σημείο: ότι οι κατηγορούμενοι με διάφορες πράξεις τους σκόπευαν “προς προαγωγή στασιαστικής προθέσεως να διεγείρουν το μίσος και να αποπειραθούν να προκαλέσουν την αλλαγή δια μη νομίμων μέσων της καθεστηκυίας τάξεως στην Κύπρο”. Παρά τις αντιδράσεις του συνδικαλιστικού κινήματος το αποικιακό δικαστήριο βρήκε τους εργατικούς ηγέτες ένοχους “ότι προσπαθούν να οδηγήσουν τες μάζες στον δρόμο της συνωμοσίας και της επανάστασης” (για να) “ανατρέψουν το υφιστάμενο καθεστώς και να εγκαθιδρύσουν σοσιαλιστικό κράτος με βάση την Μαρξιστική θεωρία” και διέταξε τη φυλάκισή τους. Η υπεράσπιση μάταια επιχειρηματολόγησε ότι “η λέξη επανάσταση δεν σημαίνει πάντα την ένοπλη εξέγερση” και ότι “την χρήση βίας η εργατική τάξη την χρησιμοποιεί μόνο όταν κερδίσει την λαϊκή ετυμηγορία και η αστική τάξη αρνηθεί να παραδώσει την εξουσία”. Μάταια επίσης επιχειρηματολόγησε ότι η παρούσα ιμπεριαλιστική κυβέρνηση δεν ήταν δημοκρατική και άρα είχαν δικαίωμα οι κατηγορούμενοι να την πολεμούν, ότι “οι κατηγορούμενοι αποδοκιμάζουν το κεφαλαιοκρατικό σύστημα που επιτρέπει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και το οποίο κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ εκατομύρια άνθρωποι έχυναν το αίμα τους υπέρ της Δημοκρατίας επέτρεψε σε ορισμένους ανθρώπους να συσσωρεύουν περιουσίες εκμεταλλευόμενοι τις οικογένειες των πολεμιστών και των εργατών των μετόπισθεν...ουδέποτε συνωμότησαν, ουδέποτε απέκρυψαν τους σκοπούς και τις αρχές τους τουναντίον εφρόντιζαν να δίδουν σε αυτές τη μεγαλύτερη δημοσιότητα”. Ο Ζιαρτίδης στην απολογία του αναφέρθηκε στη Διακήρυξη του Ατλαντικού, με την οποία οι Συμμαχικές Δυνάμεις όρισαν ως σκοπούς του πολέμου την ελευθερία των λαών και τη δημοκρατία. “Δεν πταίομεν εμείς αν επιστεύσαμεν σε αυτές τις αρχές. Πταίουν εκείνοι που υποκρινόμενοι τις έδωσαν ως σκοπούς του πολέμου...Δεν πρέπει να μας επιβληθεί καμιά ποινή. Αλλά αν το δικαστήριο βρει ότι είναι υποχρεωμένο να μας τιμωρήσει τότε δεν είναι εμάς που τιμωρεί αλλά πλήττει τις αρχές εκείνες τις οποίες έχουμε προηγουμένως αναφέρει”. Τελικά, λόγω μαζικών κινητοποιήσεων της εργατικής τάξης στην Κύπρο αλλά και λόγω της αλληλεγγύης από τις αγγλικές συντεχνίες και μερίδα του κυβερνώντος εργατικού κόμματος στη Βρετανία, η αποικιακή κυβέρνηση απελευθέρωσε όλους τους εργατικούς ηγέτες ένα χρόνο μετά, πριν δηλαδή τη λήξη της ποινής των περισσοτέρων.

Η σύγκρουση Αριστεράς (ΑΚΕΛ/ΠΣΕ-ΠΕΟ/ΕΑΚ) και Δεξιάς (ΚΕΚ/ΣΕΚ/ΠΕΚ) κορυφώθηκε προς το τέλος της δεκαετίας του 1940 με αναφορές και στον Ψυχρό Πόλεμο αλλά και στον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα. Η μη στήριξη της Δεξιάς προς τους φυλακισμένους εργατικούς ηγέτες της ΠΣΕ-ΠΕΟ ήταν ενδεικτική της έντασης και του βάθους που είχε τότε η αντιπαράθεση. Αυτή η αντιπαράθεση δεν ήταν μόνο πολιτικο-ιδεολογική αλλά πιο σημαντικά και κοινωνικο-οικονομική. Τότε ήταν η εποχή του “οικονομικού πολέμου”, όπου οι δεξιοί εργοδότες δεν προσλάμβαναν αριστερούς εργάτες και οι αριστεροί δεν ψώνιζαν από δεξιούς μπακάληδες. Το 1948 ήταν η χρονιά που η σύγκρουση αυτή έφτασε στο απόγειο της με τις μεγάλες απεργίες των οικοδόμων και των μεταλλωρύχων. Σύμφωνα με την ΠΕΟ, στις δικοινοτικές αυτές απεργίες η ίδια και η τούρκικη συντεχνία ΚΤΙΒΚ ηγήθηκαν της αγωνιζόμενης εργατικής τάξης της Κύπρου, ενώ η ΣΕΚ τάχθηκε με τους εργοδότες και έστελλε τα μέλη της να δουλέψουν ως απεργοσπάστες. Σημειώθηκαν βίαιες συγκρούσεις και υπήρχαν θύματα, τραυματίες και συλλήψεις, όταν η αποικιακή αστυνομία άνοιξε πυρ κατά των απεργών. Σύμφωνα με τη ΣΕΚ, τα εργατικά αιτήματα που έθεσε η ΠΕΟ ήταν κάλυψη για τους πραγματικούς στόχους των κομμουνιστών, που ήταν ο αποκλεισμός της ΣΕΚ από τους δυο βασικούς κλάδους - οικοδομές και μεταλλεία - και κατ' επέκταση η κυριαρχία της ΠΕΟ στην κυπριακή εργατική τάξη ως πρώτο βήμα για τη δημιουργία σοβιετικού κράτους στην Κύπρο.

Οι απεργίες των μεταλλωρύχων και των οικοδόμων το 1948

Οι συνθήκες εργασίας στα μεταλλεία ήταν πολύ άσχημες και τα μεροκάματα χαμηλά. Δεν υπήρχαν άδειες ανάπαυσης ή πληρωμένες αργίες. Όταν το 1947 οι εργάτες απείχαν από την εργασία τους για να γιορτάσουν την Πρωτομαγιά, η εταιρεία σε αντίποινα έκλεισε το μεταλλείο κηρύσσοντας λοκ-αουτ για 3 μέρες. Οι μεταλλωρύχοι έμεναν σε μικροσκοπικά δωμάτια της Κυπριακής Μεταλλευτικής Εταιρείας στη Σκουριώτισσα – Μαυροβούνι – Ξερό στριμωγμένοι με τις οικογένειές τους. Η απεργία ξεκίνησε λόγω της απόρριψης των αιτημάτων των συνεργαζόμενων συντεχνιών της ΠΕΟ και της ΚΤΙΒΚ από την εργοδοσία. Τα αιτήματα αυτά αφορούσαν ωράριο, αυξήσεις μισθών, όρους εργολαβιών, υπερωρίες, αργίες, ιατρική περίθαλψη. Στις 18 του Γενάρη του 1948 ομόφωνα οι μεταλλωρύχοι αποφάσισαν να μετατρέψουν την προειδοποιητική απεργία τους, που έληγε στις 19 του μήνα, σε απεργία διαρκείας.

Σύμφωνα με την ΠΕΟ, στις 23 του μήνα εκδηλώνεται καλά οργανωμένη και προμελετημένη απεργοσπαστική συνωμοσία (με τη συμμετοχή και της ΣΕΚ). Κατάφεραν στην πρώτη τους προσπάθεια να βρουν 21 απεργοσπάστες και με τη συνοδεία ισχυρής αστυνομικής δύναμης τούς πήγαν στο μεταλλείο, αλλά οι απεργοί δεν επέτρεψαν στην αστυνομία να περάσει. Αυτή για να ανοίξει το δρόμο άρχισε να πυροβολεί εναντίον των απεργών, που υπερασπιζόμενοι τον αγώνα τους όρμησαν μπροστά και έδωσαν σκληρή μάχη με την αστυνομία, ενώ άλλοι ξυλοκόπησαν αστυνομικούς και απεργοσπάστες. Ακολούθως κηρύχτηκε νέα 24ωρη παναπεργία στις 6 του Μάρτη. Δυο μέρες αργότερα οι απεργοί στην αποβάθρα προσπάθησαν να αποτρέψουν τους απεργοσπαστες και η αστυνομία απροειδοποίητα άρχισε να πυροβολά. Οι γυναίκες των απεργών αψηφώντας τη ζωή τους όρμησαν ενάντια στους αστυνομικούς και τους πήραν τα όπλα για να μην υπάρξει άλλο αιματοκύλισμα. Στις 16 του Μάρτη δέκα εργάτριες σταμάτησαν με ξύλα και πέτρες το τραίνο στο μέσο της διαδρομής Μαυροβουνιού-Ξερού, που μετέφερε κενά βαγόνια και 5-6 απεργοσπάστες.

Σύμφωνα με τη ΣΕΚ, με την κήρυξη της απεργίας άρχισε ταυτόχρονα και μια προπαγανδιστική δυσφημιστική εκστρατεία σε βάρος της από μέρους της ΠΕΟ και ολόκληρου του κομμουνιστικού μηχανισμού με τη διάδοση φημών ότι δήθεν οι Νέες Συντεχνίες θα προμήθευαν την ΚΜΕ με 400 απεργοσπάστες. Έτσι εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία έλεγε ότι “παρόλο ότι συμπαθούμε τον απεργιακό αγώνα σας εντούτοις με λύπη μας σας πληροφορούμε ότι δεν είμεθα διατεθειμένοι να ενισχύσουμε υλικά εργάτες που βρίσκονται κάτω από την αντεργατική καθοδήγηση της ΠΕΟ η οποία πολεμά με τον πιο απάνθρωπο και αντιεργατικό τρόπο τους εργάτες των συντεχνιών μας και ζητά να τους καταδικάσει στην πείνα κηρύσσοντας απεργίες που στρέφονται όχι ενάντια στους εργοδότες αλλά ενάντια στους νεοσυντεχνιακούς για να διωχτούν από την δουλειά”. Η ΣΕΚ ως το θύμα συντονισμένης βίας εκ μέρους των απεργών της ΠΕΟ απευθύνθηκε στη συνέχεια στις Αρχές και κατείγγειλε τους εκφοβισμούς που δέχονταν τα μέλη της και τη φίμωση του Τύπου από πλευράς της ΠΕΟ με οδηγίες προς τη συντεχνία τυπογράφων να αρνούνται να τυπώνουν εφημερίδες με δημοσιεύματα που ήταν αντίθετα προς τις απόψεις του ΑΚΕΛ.

Ενδεικτική του κλίματος πολιτικής πόλωσης που επικράτησε είναι η απεργία των μεταλλωρύχων που εξελίχθηκε σε μια σύγκρουση Αριστεράς και Δεξιάς. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β' με εγκύκλιο του στις 20/3/1948 καλεί το λαό να τερματίσει την απεργία του, αλλά αγνοείται από τους απεργούς που συνεχίζουν τον αγώνα τους. Στις 20 του Απρίλη έφτασε στην Κύπρο ο Αμερικανός διευθυντής της ΚΜΕ Μαντ και άρχισε αμέσως διαπραγματεύσεις με τους απεργούς, στις οποίες εμπλάκηκε και η αποικιακή κυβέρνηση. Η τετράμηνη απεργία στην ΚΜΕ έληξε με συμφωνία στις 14 και τελικό κλείσιμο στις 16 Μαϊου 1948. Σύμφωνα με την ΠΕΟ, με την απεργία οι μεταλλωρύχοι της ΚΜΕ πέτυχαν οικονομικά ωφελήματα που ικανοποιούσαν το 33% των αρχικών τους αιτημάτων και το λαϊκό κίνημα βγήκε από αυτή την αναμέτρηση νικητής και άντλησε μεγάλα διδάγματα ταξικής πάλης στον απεργιακό αγώνα. Λίγο καιρό μετά την απεργία η ΚΜΕ φοβούμενη νέες ανωμαλίες στις δουλειές της ικανοποίησε σχεδόν όλα τα αιτήματα που είχαν υποβληθεί. Αντίθετα, σύμφωνα με τη ΣΕΚ, το όργιο τρομοκρατίας και βίας δεν απέδωσε τ' αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς η απεργία στην ΚΜΕ έκλεισε με ασήμαντα οικονομικά οφέλη αλλά και λιγότερα κομματικά οφέλη, που ήταν ο σημαντικότερος στόχος της κομμουνιστικής συντεχνιακής και κομματικής ηγεσίας.

Τον Αύγουστο του 1948 έληγε η συλλογική σύμβαση των οικοδόμων και η συντεχνία τους υπέβαλε από τις 20 του Μάη αιτήματα αυξήσεων στα μίνιμουμ μεροκάματα, αύξησης της συνδρομής στις συντεχνιακές κοινωνικές ασφαλίσεις, αποζημίωσης σε περίπτωση βροχής ή κακοκαιρίας. Ο Σύνδεσμος Εργολάβων Οικοδομών υπέβαλε αξίωση να καταργηθεί άρθρο προηγούμενης σύμβασης για την πρόσληψη εργατών (μόνο από την ΠΕΟ) και να επιτραπεί στους εργολάβους να δίνουν υπεργολαβίες. Σύμφωνα με την ΠΕΟ, οι Νέες Συντεχνίες πρωτοστατούσαν τότε στους απεργοσπαστικούς αγώνες και επομένως τα μέλη τους, που ήταν στην πλειοψηφία τους απεργοσπάστες, “δεν είχαν κανένα δικαίωμα δουλειάς στις οικοδομές”. Η “ελεύθερη” πρόσληψη που ζητούσαν οι εργολάβοι θα τους άφηνε ελεύθερα χέρια να κάνουν στην επιλογή διακρίσεις σε βάρος της ΠΕΟ. Σύμφωνα με τη ΣΕΚ η απεργία που τροχιοδρομούνταν από την ΠΕΟ είχε ως στόχο την εξόντωση της ΣΕΚ. Σε μια προσπάθεια να ξεπεραστούν οι διαφορές μεταξύ των δύο συντεχνιακών οργανώσεων των οικοδόμων και της ΠΕΟ-ΣΕΚ πραγματοποιήθηκε με τη μεσολάβηση του Διοικητή Εργασίας σύσκεψη στο γραφείο του στις 23 Αυγούστου, τρεις μέρες πριν από την κήρυξη της απεργίας. Η εισήγηση της ΠΕΟ ήταν οι δύο συντεχνίες να καλούν τα εργαζόμενα στην ίδια δουλειά μέλη τους σε μικτή Γενική Συνέλευση των ενδιαφερομένων εργατών, η απόφαση της οποίας να είναι τελεσίδικη (δηλαδή δεδομένης τότε της πλειοψηφίας των μελών της ΠΕΟ η εκλογή της επιτροπής και η τελεσίδικη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης θα ήταν πάντοτε εκείνη που ευνοούσε η ΠΕΟ). Αν οι πιο πάνω όροι γίνονταν αποδεχτοί, η ΠΕΟ δεχόταν να αποσύρει τον όρο του κλόουζ σιοπ και να συζητήσει τον πρακτικό τρόπο πρόσληψης των εργατών στη δουλειά. Η ηγεσία της ΣΕΚ είδε την πρόταση της ΠΕΟ ως τακτικό ελιγμό και διακατεχόμενη από καχυποψία και επηρεασμένη από το γενικό αντικομμουνιστικό κλίμα απέρριψε την εισήγησή της. Μετά το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις η συντεχνία κήρυξε απεργία στις 26 Αυγούστου, που κράτησε μέχρι τις 18 του Δεκέμβρη του 1948.

Σύμφωνα με την ΠΕΟ ο απεργιακός αγώνας των οικοδόμων στάθηκε δύσκολος και πολύ σκληρός, γιατί είχε να αντιμετωπίσει το απεργοσπαστικό κύμα της ΣΕΚ. Οι απεργοί χρειάστηκε να δώσουν πραγματικές μάχες με τους απεργοσπάστες και την αστυνομία που τους προστάτευε, για να κερδίσουν τον αγώνα τους. Στη βία απάντησαν με αντιβία και σε μερικές περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν από ορισμένους απεργούς, που έδρασαν πρωτοβουλιακά, και δυναμίτες εναντίον υποστατικών απεργοσπαστών. Σύμφωνα με την ΠΕΟ τα δικαστήρια καταδίκαζαν μόνο μέλη της ΠΕΟ σε φυλακίσεις και πρόστιμα και όχι Χίτες2 ή μπράβους της ΣΕΚ. Τελικά οι απεργοί οικοδόμοι δικαιώθηκαν και η απεργία τερματίστηκε με σχετική συμφωνία που υπογράφτηκε στις 18 του Δεκέμβρη. Σύμφωνα με τη ΣΕΚ, η ΠΕΟ προσπαθούσε να την τσακίσει χρησιμοποιώντας μέλη της που απεργούσαν αλλά και μπράβους του ΑΚΕΛ, που επιστρατεύτηκαν από τη Λευκωσία και την ύπαιθρο και δημιούργησαν και οργάνωσαν τρομοκρατικές ομάδες κρούσης ενάντια στα μέλη της ΣΕΚ, που αγωνίζονταν για το ελεύθερο δικαίωμα οργάνωσης και εργασίας. Σκοπός τους ήταν να κατατρομοκρατήσουν με τη χρήση βίας τους εργαζόμενους και τους εργοδότες τους από τη μια και να προκαλέσουν οικονομικές ζημιές στους ιδιοκτήτες των ανεγειρόμενων οικοδομών από την άλλη, εξαναγκάζοντας τους έτσι να αναστείλουν τις εργασίες μέχρι να πετύχουν οι κομμουνιστές εκείνο που επιδίωκαν. Η απεργία, σύμφωνα με τη ΣΕΚ, απέτυχε καθώς στο τέλος του Οκτώβρη οι εργολάβοι οικοδομών υπέγραψαν συμβόλαιο με τις Νέες Συντεχνίες, το οποίο καθόριζε ότι οι εργολάβοι μπορούσαν να προσλαμβάνουν προσωπικό είτε από τις Νέες είτε από τις Παλαιές Συντεχνίες. Σύμφωνα με τη ΣΕΚ, οι όροι της τελικής συμφωνίας το Δεκέμβρη δεν ήταν διαφορετικοί από αυτούς που είχαν αρχικά προταθεί, έτσι ουσιαστικά η απεργία ήταν άσκοπη.

Ποιο ήταν το τελικό αποτέλεσμα της απεργίας των οικοδόμων; Σύμφωνα με την ΠΕΟ, η επιτευχθείσα συμφωνία, που αποτέλεσε τον πρόδρομο της ίδρυσης του Γραφείου Εξεύρεσης Εργασίας, βοήθησε πολύ την ενότητα δράσης της εργατικής τάξης και των συνδικαλιστικών οργανώσεων εκείνη την εποχή και συνέβαλε ώστε αργότερα οι συνδικαλιστικές οργανώσεις ΠΕΟ και ΣΕΚ να συνεργάζονται στενά σε όλα τα στάδια της προετοιμασίας, υποβολής, διαπραγμάτευσης και αν χρειαστεί και της δυναμικής διεκδίκησης των δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τη ΣΕΚ, το βασικό αποτέλεσμα ήταν ότι έκτοτε ΑΚΕΛ και ΠΕΟ, παρόλο που δε σταμάτησαν την υπόσκαψη και τον πόλεμο εναντίον της ΣΕΚ, εντούτοις ουδέποτε ξαναδοκίμασαν παρόμοιο εγχείρημα και η ΣΕΚ εδραιώθηκε μια για πάντα στον εργατικό στίβο και καμιά δύναμη δεν μπορούσε να σταματήσει την πορεία της.

Αυτές οι διαμετρικά αντίθετες αφηγήσεις της ιστορίας αντιστοιχούν στις διαμετρικά αντίθετες πολιτικές θέσεις των δυο συνδικαλιστικών οργανώσεων. Το 1948 υπήρξε σταθμός στην κοινωνική και πολιτική ιστορία της Κύπρου. Η ταξική και πολιτική σύγκρουση κατέληξε σε κάποιου είδους κοινωνικό συμβιβασμό, αφού έγινε ξεκάθαρο ότι ήταν αδύνατο να κυριαρχήσει μια από τις δυο παρατάξεις πάνω στην άλλη. Έτσι σταδιακά άρχισε να γίνεται αποδεχτό ότι το εργατικό κίνημα είχε ήδη διαιρεθεί και ότι η συνέχιση της πόλωσης και της αντιπαράθεσης μόνο ζημιά προκαλούσε. Λίγα χρόνια μετά, στα πλαίσια και της γραμμής της εθνικοαπελευθερωτικής ενότητας όπως εκφράστηκε με το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950, άρχισαν να συνεργάζονται οι δυο βασικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, να συνεννοούνται και να παρουσιάζουν κοινά αιτήματα στις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες, πρακτική που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα μετά την Ανεξαρτησία του 1960. Προς το τέλος της ζωής του ο Ζιαρτίδης προέβηκε και σε κάποιου είδους απολογιστική αυτοκριτική για την αρχικά εχθρική στάση της ΠΕΟ προς τη ΣΕΚ καλώντας και τη ΣΕΚ να πράξει το ίδιο.

Έχουμε το δικό μας μερίδιο με το γεγονός ότι δεν αντιληφθήκαμε ότι εμφανίστηκε μια τάση που ήταν αναπόφευκτο να εμφανιστεί και ότι με αυτήν την τάση έπρεπε να συνεργαστούμε – δυσαρεστηθήκαμε που μπήκαν επαναλαμβάνω στα ταράφια μας του συνδικαλισμού κάποιοι νέοι συνδικαλιστές και αρχίσαμε να τους ανταγωνιζόμαστε να τους πολεμούμε. Και εκείνοι φέρουν την ευθύνη για το ότι από τα πρώτα τους βήματα εμφανίστηκαν σαν αντικομμουνιστικές αντιαριστερές οργανώσεις με στόχο την διάλυση των αριστερών οργανώσεων.
(Αντρέας Ζιαρτίδης: Χωρίς φόβο και πάθος, Πανίκου Παιονίδη, 1995)

Η εδραίωση του συνδικαλισμού: ανεξάρτητες συντεχνίες και το σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων

Πέρα όμως από τις συντεχνίες της Αριστεράς και της Δεξιάς, τα τελευταία χρόνια της αποικιακής διακυβέρνησης εμφανίστηκαν και οι ανεξάρτητες συντεχνίες από εργαζόμενους σε δημόσιες/κρατικές υπηρεσίες, όπως οι Κυπριακές Αερογραμμές, η Αρχή Ηλεκτρισμού, το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, η Επιτροπή Σιτηρών, η Αρχή Τηλεπικοινωνιών, η Υδατοπρομήθεια οι Αγγλικές Βάσεις και τα Δημαρχεία. Αυτές οι συντεχνίες κρατήθηκαν έξω από την πολιτική σύγκρουση της εποχής και συνασπίστηκαν στην ΠΟΑΣ (Παγκύπρια Οργάνωση Ανεξαρτήτων Συντεχνιών). Η δημιουργία αυτών των συντεχνιών ήταν ενδεικτική του ότι ο συνδικαλισμός κατέστη κυρίαρχη κοινωνική πραγματικότητα προς το τέλος της βρετανικής δίοικησης στην Κύπρο.

Οι πιο σημαντικές και, όπως φάνηκε στη μετέπειτα πορεία, και οι πιο δυνατές κλαδικές συντεχνίες που δημιουργηθήκαν ήταν η ΠΑΣΥΔΥ (Παγκύπρια Συντεχνία Δημοσίων Υπαλλήλων) και η ΕΤΥΚ (Ένωση Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου), όπως επίσης και οι συντεχνίες της εκπαίδευσης ΠΟΕΔ-ΟΕΛΜΕΚ-ΟΛΤΕΚ. Λόγω της αρχικής ταύτισης του συνδικαλισμού με τον κομμουνισμό, οι εργαζόμενοι σε αυτούς τους νευραλγικούς για την κοινωνία κλάδους αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες μέχρι να τους αναγνωριστεί το δικαίωμα να σχηματίσουν τις οργανώσεις τους. Συχνά η υπονόμευση της ανάπτυξης του συνδικαλισμού στη δημόσια υπηρεσία εκφραζόταν με την μετάθεση στελεχών της κυβέρνησης από το κέντρο στην επαρχία και σε απομακρυσμένες περιοχές, ώστε να αποκόπτονται από τον κύριο όγκο των μελών και να εμποδίζονται στην εκτέλεση της συνδικαλιστικής τους εργασίας.

Η δεκαετία του 1950 ήταν μια μεταβατική δεκαετία, στην οποία επεκτάθηκαν και εδραιώθηκαν οι θεσμοί που είχαν αναπτυθχεί τις προηγούμενες δεκαετίες τόσο σε κρατικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών. Ήδη από το 1949 η αποικιακή κυβέρνηση αναγνωρίζει και πολιτικά το συνδικαλιστικό κίνημα μέσα από τη δημιουργία του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, στο οποίο μετέχουν εκπρόσωποι των εργοδοτων, της κυβέρνησης και των εργαζομένων και συζητούν θέματα εργατικής πολιτικής. Η δημόσια υπηρεσία και ο ευρύτερος δημόσιος τομέας αναπτύθχηκε σημαντικά δημιουργώντας μια καινούργια κοινωνική κατηγορία, που μπορεί να χαρακτηριστεί ως μεσαία τάξη ή ως εργατική αριστοκρατία. Παράλληλα το συνδικαλιστικό κίνημα ανάπτυξε ένα σύστημα συντεχνιακών ασφαλίσεων, εισάγοντας στην εργατική τάξη την έννοια της κοινωνικής ασφάλισης και απαιτώντας από το αποικιακό κράτος να προχωρήσει στην επίσημη και καθολική εφαρμογή ενός ενιάιου συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων. Η αποικιακή κυβέρνηση ήταν αρχικά διστακτική και δήλωνε πως οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες. Ετοίμαζε μελέτες και συζητούσε το θέμα αλλά δεν προχωρούσε. Η πίεση όμως που ασκήθηκε από το συνδικαλιστικό και το αντιαποικιακό κίνημα ήταν συνεχής και έντονη. Έτσι το 1956, αφού είχε ήδη αρχίσει και η ένοπλη δράση της ΕΟΚΑ, προχώρησε στη θέσπιση του πρώτου νομοσχεδίου για τη δημιουργία του συστήματος των κοινωνικών ασφαλίσεων στην Κύπρο, καθιστώντας έτσι ένα πάγιο αίτημα της εργατικής τάξης και του συνδικαλιστικού κινήματος πραγματικότητα.

Βιβλιογραφία:

Αντωνίου Λούκας και Σπύρου Σπύρος, Μικροδουλειές: παιδική εργασία στην Κύπρο στις αρχές και τα μέσα του 20ου αιώνα, 2005

Christodoulou Demetrios, Inside the Cyprus miracle, University of Minessota, 1992

Γρηγοριάδης Γρηγόρης, Ιστορία της ΣΕΚ, 1ος τόμος, 1994

Κατσιαούνης Ρολάνδος, Η Διασκεπτική, Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, 2000

ΠΕΟ, Ιστορία ΠΣΕ-ΠΕΟ 1941-1991, Λευκωσία, 1991

ΠΕΟ, Αγώνες για τον τιμάριθμο, 1940-1944, Λευκωσία, 1984

Παιονίδης Πανίκος, Ανδρέας Ζιαρτίδης: χωρίς φόβο και πάθος, Λευκωσία, 1995

Slocum John, The development of labour relations in Cyprus, Nicosia, 1972

Σπαρσής Μίκης, Σύντομη ιστορία του εργατικού κινήματος και της οργάνωσης Κυπρίων εργοδοτών, Λευκωσία, 1999

Φάντης Αντρέας, Το συνδικαλιστικό κίνημα στα χρόνια της Αγγλοκρατίας 1878-1960, Λευκωσία, 2006

Tuesday, October 28, 2008

Το κύκνειο άσμα του εθνικισμού

Επειδή ο πανικός των συντηρητικών κύκλων για την αλλαγή της διδασκόμενης ιστορίας συνεχίζεται, θα αποπειραθώ να παρουσιάσω κάποιες θέσεις για τις αιτίες αυτού του πανικού. Η αντίδραση στην απόπειρα εκσυγχρονισμού της ελληνοκυπριακής παιδείας έχει δομικά αίτια. Δεν μπορεί να αναλυθεί σε επίπεδο αφορμών που τάχα έδωσε το ΑΚΕΛ, επειδή αυτό αποτελεί την επιφάνεια, όχι την ουσία. Η ουσία της αντίδρασης είναι η γενικότερη υποχώρηση της εθνικιστικής λογικής που φαίνεται να έχει ηττηθεί σε κοινωνικό επίπεδο. Έτσι οι συντηρητικοί κύκλοι φωνάζουν πια για να ακουστούν. Πρόκειται όμως για το κύκνειο άσμα τους. Πέρασαν ανεπιστρεπτί οι εποχές όπου τα λόγια τους δεν δεχόντουσαν αμφισβήτηση. Σήμερα υπάρχουν ερευνητές που αποδομούν τον εθνικιστικό λόγο αντί να τον αναπαράγουν. Που μελετούν την ιστορία αντί να την μυθοποιούν. Που είναι πρώτα από όλα επιστήμονες και μετά δημόσιοι υπάλληλοι.

Η διαδικασία της επανένωσης δεν είναι τυχαίο που έχει ξεκινήσει τώρα. Είναι επειδή τώρα υπάρχει το απαιτούμενο ιστορικό πλαίσιο, οι απαραίτητες δηλαδή κοινωνικές προϋποθέσεις και οι κατάλληλες πολιτικές συνθήκες. Πρόκειται για την υποχώρηση του εθνικισμού σε κοινωνικό επίπεδο που αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο και προέρχεται μέσα από την διαδικασία της παγκοσμιοποίησης που σχετικοποιεί τη κρατική κυριαρχία επιτρέποντας αυξημένες διασυνοριακές επαφές. Από την μια η μετανάστευση και από την άλλη η οικονομική διεθνοποίηση έχουν μεταλλάξει τόσο την σύνθεση των εθνικών κρατών όσο και την σημασία τους στο καινούργιο παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Σε αυτό συνέβαλε και η διεθνιστική δράση των κινημάτων που αμφισβήτησε το έθνος ως αποκλειστική μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Στην νότια πλευρά της Κύπρου ήδη από την δεκαετία του 90 η κάθοδος των μεταναστών από τη μια και των ξένων επενδύσεων από την άλλη έχουν εμπλέξει την κοινωνία μας στα παγκόσμια δίχτυα κεφαλαίου και εργασίας. Η πολυεθνοποίηση της εργασιακής διαδικασίας μεταλλάσσει τις σχέσεις της καθημερινότητας των ε/κ καθώς αυτοί έρχονται σε επαφή με άλλες εθνότητες. Κατ' επέκταση επηρεάζει και τον τρόπο που οι ε/κ αντιλαμβάνονται σήμερα το Κυπριακό. Η βελτίωση των διακοινοτικών σχέσεων αυτή την δεκαετία με αποκορύφωμα το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 ανατρέπει την μονόπλευρη και μονοδιάστατη εθνική αντίληψη καθώς οι ε/κ έρχονται σε επαφή με τ/κ και μαθαίνουν περισσότερα και για την δική τους εκδοχή της σύγκρουσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την διάβρωση της κυρίαρχης αντίληψης μέσα από τις διαδικασίες απομυθοποίησης και αποδόμησης που πραγματοποιούνται σε κοινωνικό επίπεδο και επηρεάζουν εντέλει και την πολιτική που ακολουθείται σε κρατικό επίπεδο.

Το ΑΚΕΛ με την εκλογή του στην εκτελεστική εξουσία επανατοποθέτησε την ιστορία του Κυπριακού σε τρία σημεία – αναγνώρισε τελεσίδικα τους τ/κ ως κοινότητα αποδεχόμενο την αρχή της πολιτικής ισότητας που ουσιαστικά χρονολογείται από το 1958, αναγνώρισε την Κυπριακή Δημοκρατία ως συνεταιρικό κράτος των δυο κοινοτήτων και αναγνώρισε το ελληνοκυπριακό μερίδιο ευθύνης για τις ταραχές / φασαρίες / συγκρούσεις του 1963-67. Έτσι έκανε ουσιαστικά τρία βήματα προς την τ/κ κοινότητα και προς την επίλυση της δικοινοτικής διαφοράς. Αυτά τα βήματα προκάλεσαν τις συντηρητικές δυνάμεις του στάτους κβο με πρώτο το ΕΥΡΩΚΟ και δεύτερους την ΕΔΕΚ και τους Οικολόγους. Ο Κουτσού το είπε πρώτος ανοιχτά και ξεκάθαρα. Δεν πρέπει να λέμε ότι ήταν συνεταιρισμός επειδή τότε με την αποχώρηση των τ/κ το κράτος (μας) δεν υφίσταται. Παραδέκτηκε δηλαδή έστω και εν είδη άρνησης, ότι η μονοπώληση του κράτους από την ε/κ κοινότητα αποτελεί μέρος του προβλήματος και όχι την επίλυση του. Επειδή αν ήμασταν συναίτεροι με τους τ/κ το 1960 πρέπει να αποδείξουμε ότι αυτοί ευθύνονται αποκλειστικά για την διάλυση του δικοινοτικού κράτους. Έτσι ακολουθούν ο Ομήρου και ο Περδίκης που μας τονίζουν το κυρίαρχο εννοιακό πλαίσιο της “τουρκο-ανταρσίας” ή της “τουρκοκυπριακής ανταρσίας”.

Βέβαια η έννοια της “τουρκο-ανταρσίας” κατασκευή του ΕΟΚΑτζικου κατεστημένου βασίζεται σε μια αντίληψη των τ/κ ως προδοτών και ως εχθρών εντός των τειχών που αρνήθηκαν να αποδεχτούν την κυπριακή ανεξαρτησία. Όμως η έννοια της Κύπρου και της ανεξαρτησίας της σε αυτή τη λογική δεν μπορεί να διαχωριστεί από την “λογική του ελληνισμού” που δεν μπορεί να κατανοήσει την Κύπρο αυτόνομα αλλά μόνο στην χειρότερη περίπτωση ως ελληνική επικράτεια και στην καλύτερη ως δεύτερο ελληνικό κράτος. Αυτή η λογική έχει ξεπεραστεί μέσα από την μετα-αποικιακή εμπειρία που ακολούθησε. Τώρα η πλειοψηφία των Κυπρίων βόρεια και νότια της πράσινης γραμμής αντιλαμβάνεται την Κύπρο ως αυτόνομη οντότητα και αυτό είναι αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορικής πορείας που δεν επέτρεψε την εδραίωση και την νομιμοποίηση του διαχωρισμού που επιβλήθηκε οριστικά το 74. Το δικοινοτικό κράτος του 60, πέρα από τη συνταγματική του περιπλοκότητα απέτυχε τελικά επειδή λίγοι πίστεψαν σε αυτό. Οι εθνικιστικές ηγεσίες των δυο κοινοτήτων και οι παραστρατιωτικές τους ομάδες κατάφεραν να επιβάλουν τον διαχωρισμό και την πρώτη διχοτόμηση. Όμως το πέτυχαν αυτό επειδή τότε η εθνικιστική αντίληψη καθόριζε την ιδεολογική ορθοδοξία. Σήμερα αν οι δυο κοινότητες προχωρήσουν σε συμφωνία, οι δυνάμεις του εθνικισμού δεν έχουν πια ούτε το κοινωνικό ούτε το πολιτικό έρισμα να την ανατρέψουν. Και αυτό είναι επειδή η εποχή της μισαλλοδοξίας και του φανατισμού έχει περάσει ανεπιστρεπτί.

Thursday, October 23, 2008

on history

To hearken back to a set of "historical precedents" which are supposed to anticipate and prefigure the present movements of the workers - this is always reactionary, always a conservative force acting to block the present movement and control it within the limited horizons of those who control the course of history today, of those who therefore control the development of society. Nothing is more alien to the working class point of view than the opportunistic cult of historical continuity; nothing more repugnant than the concept of "tradition". Workers recognise only one continuity - that of their own, direct political experiences; one sole tradition - that of their struggles.

Mario Tronti, 1965

Tuesday, October 14, 2008

Time is money

The first generation of factory workers were taught by their masters the importance of time; the second generation formed their short-time work committees in the ten-hour movement; the third generation struck for overtime or time-and-a-half. They had accepted the categories of their employers and learned to fight back within them. They had learnt their lesson, that time is money, only too well.

E.P. Thompson, 1967

Tuesday, October 7, 2008

εργασία και χαρά

As employees, men are reminded of the rational organisation and urged to fit in like sensible people. As customers, the freedom of choice, the charm of novelty is demonstrated to them on the screen or in the press by means of the human and personal anecdote. In either case they remain objects.

Theodor Adorno, The dialectic of enlightenment

Wednesday, September 24, 2008

Η ιστορία που δεν διδάσκεται

“Ένα γυμνάσιο, δυο δημοτικά και λίγοι σύλλογοι,
παντοπωλεία, καφενεία και κουρεία,
ανάμεσα τους τριγυρνάνε οι δοσίλογοι
για να προσέχουν μην αλλάξει η ιστορία...”

Επαρχία 1978, Αντώνης Βαρδής, Πάνος Φαλάρας

Με αφορμή το θόρυβο που δημιουργήθηκε με τη δήθεν προσπάθεια του ΑΚΕΛ να “αλλάξει την ιστορία” θα επιχειρήσω να παρουσιάσω κάποιες θέσεις για τη σχέση της ιστορίας με την πολιτική με στόχο τη σκιαγράφηση του τι πραγματικά διακυβεύεται στην παρούσα αντιπαράθεση. Πρόκειται στην πραγματικότητα για δυο αλληλοεξαρτώμενα ζητήματα που είναι όμως αναλυτικά διακριτά: από τη μια είναι ο καθορισμός του περιεχομένου της επίσημης ιστορίας και από την άλλη είναι ο τρόπος μετάδοσης αυτού του περιεχομένου στην επόμενη γενιά μέσα από την εκπαίδευση.

Το συντηρητικό στρατόπεδο που αντιτίθεται στην εκπαιδευτική μεταρύθμιση γενικά επικεντρώνεται στο θέμα της διδασκαλίας της ιστορίας και κατηγορεί το ΑΚΕΛ για “εργαλειοποίηση της ιστορίας” και “ιδεολογικοποίηση του μαθήματος”. Η ρητορική αυτή δεν είναι τόσο αφελής και αθώα όσο φαίνεται. Σε ένα πρώτο επίπεδο απευθύνεται στον φιλελεύθερο πολιτικό χώρο που αντιλαμβάνεται την επιστήμη ως καθ' αυτήν αξία που βρίσκεται έξω από τις ιδεολογικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις. Πρόκειται όμως για ρητορική καθώς το συντηρητικό στρατόπεδο δεν συμμερίζεται στην πραγματικότητα την φιλελεύθερη κοσμοαντίληψη. Αυτό που ενοχλεί δεν είναι η “εργαλειοποίηση” ή η “ιδεολογικοποίηση” καθ' αυτή, αλλά το είδος, ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο της εργαλειοποίησης και ιδεολογικοποίησης. Όταν για παράδειγμα την προηγούμενη δεκαετία προωθούνταν η “ελληνοκεντρική παιδεία” με στόχο την “καλλιέργεια εθνικής συνείδησης” δεν βγήκε κανείς να εναντιωθεί για την προσαρμογή της εκπαίδευσης σε ιδεολογικές και πολιτικές σκοπιμότητες. Σήμερα όμως που οι πολιτικοί στόχοι αφορούν την “ειρηνική συνύπαρξη” και την “αναγνώριση και αποδοχή της πολυπολιτισμικότητας”, έχουμε αντιδράσεις στο όνομα της αξιολογικά ουδέτερης εκπαίδευσης. Σε ένα δεύτερο επίπεδο η ρητορική αυτή αρθρώνεται συστημικά, μέσα από την οπτική της υφιστάμενης κοινωνικο-οικονομικής εξουσίας, που θεωρεί ότι η δική της αντίληψη δεν αποτελεί ιδεολογία αλλά πραγματικότητα, ότι η δική της άποψη δεν είναι πολιτική αλλά πλαίσιο του τι συνιστά αποδεκτή πολιτική. Η κυρίαρχη ιδεολογία συντηρείται ως κυρίαρχη στο βαθμό που καταφέρνει να περνιέται ως αντικειμενική αλήθεια. Για να κατασκευαστεί όμως αυτή η “μια αντικειμενική αλήθεια” χρειάζεται να αποσιωποιηθούν άλλες, εναλλαχτικές φωνές.

Η άνοδος του ΑΚΕΛ στην εκτελεστική εξουσία δημιουργεί για πρώτη φορά συνθήκες επανακαθορισμού της κυρίαρχης ιδεολογίας μέσα από την ενσωμάτωση της μέχρι τώρα περιθωριοποιημένης αριστερής εκδοχής. Ιδιαίτερα μάλιστα αφού η βασική προεκλογική υπόσχεση της Αριστεράς είναι η λύση του πολιτικού προβλήματος και η επανένωση της χώρας. Τόσο η άνοδος του ΑΚΕΛ στην εξουσία όσο και η διαδικασία της επανένωσης αποτελούν ιστορικές εξελίξεις που αναπόφευκτα θέτουν ζήτημα επανακαθορισμού του περιεχομένου της επίσημης ιστορίας. Οι διακοινοτικές σχέσεις στην οθωμανική και βρετανική περίοδο, οι ταξικοί αγώνες, η αντίσταση στον ενωτικό εθνικισμό της μετα-αποικιακής περιόδου, πτυχές που εν πολλοίς καθόρισαν τη σύχρονη κυπριακή ταυτότητα γενικά και την εικόνα της Αριστεράς πιο συγκεκριμένα, διεκδικούν σήμερα θέση στη μεγάλη αφήγηση που ονομάζεται επίσημη ιστορία. Βέβαια το ζητούμενο από μια ριζοσπαστική οπτική δεν είναι απλώς η συμπερίληψη μιας άλλης “αιρετικής” εκδοχής στη βασική “ορθόδοξη” εκδοχή, αλλά η αποδόμηση της εθνοκεντρικής αφήγησης και η ανάδειξη του πολυπρισματικού και πολυεπίπεδου χαρακτήρα της ιστορίας που επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών και αναγνώσεων.

Ένας πραγματικός εκσυγχρονισμός της ελληνοκυπριακής παιδείας οφείλει κατ' αρχάς να αναγνωρίσει την αυτονομία της ιστορίας ως επιστήμης και να μην την εντάσσει στην ευρύτερη εκμάθηση της γλώσσας. Αυτή η ταύτιση (εθνικής) γλώσσας και (εθνικής) ιστορίας δεν είναι τυχαία. Αποτελεί τη μέθοδο της κατασκευής της εθνικής ταυτότητας μέσα από τη μονοδιάστατη και μονόπλευρη παρουσίαση της δήθεν διαχρονικής (στην πραγματικότητα δια-ιστορικής και ανιστόρητης) πορείας του “έθνους”. Μέσα από την κυρίαρχη φιλολογική οπτική, τα μυθικά στοιχεία ενσωματώνονται πιο ανεπαίσθητα και πιο “αθώα” στη μεγάλη αφήγηση που κατασκευάζεται με λογοτεχνική μεν μαεστρία αλλά σε βάρος της επιστημονικής μεθοδολογίας. Αυτό φαίνεται να είναι ελληνικό φαινόμενο, καθώς σε άλλα κράτη (όπου ο εθνικισμός δεν αποτελεί πια την κυρίαρχη οπτική) το μάθημα της ιστορίας διαχωρίζεται από αυτό της γλώσσας. Η ιστορία που διδάσκεται σε άλλες χώρες είναι διεθνής και παγκόσμια, ενώ προωθείται ταυτόχρονα και η τοπική ιστορία μέσα από την προφορική παράδοση. Έτσι από τη μια οι μαθητές αποκτούν μια πιο σφαιρική και ολοκληρωμένη εικόνα του παγκόσμιου ιστορικού γίγνεσθαι, ενώ ταυτόχρονα μπορούν να συμμετάσχουν οι ίδιοι στη συγγραφή της τοπικής τους ιστορίας μέσα από συνεντεύξεις που παίρνουν από ηλικιωμένους συγγενείς και γείτονές τους. Η διεθνοποίηση της ιστορίας και η προώθηση της προφορικής ιστορίας στην εκπαίδευση αποτελούν αδήριτη αναγκαιότητα στο κυπριακό πλαίσιο καθώς από τη μια, λόγω γεωγραφίας και μεγέθους οι διεθνείς εξελίξεις επηρέασαν και επηρεάζουν σε τεράστιο βαθμό την κυπριακή πραγματικότητα και από την άλλη η ραγδαία μεταμόρφωση της κυπριακής κοινωνίας μέσα σε τρεις γενιές καθιστά την προφορική ιστορία ως πηγή αστείρευτης γνώσης που μπορεί να αποκτηθεί άμεσα από τους ίδιους τους μαθητές και όχι να μεταδοθεί σε αυτούς μέσα από τα βιβλία.

Η ιστορία αποτελεί εν τέλει την εικόνα μιας κοινωνίας για το παρελθόν της καθώς αυτή βιώνει το παρόν και οραματίζεται το μέλλον της. Μια κοινωνία που θέλει να προχωρήσει μπροστά και να αλλάξει το μέλλον της είναι υποχρεωμένη να αλλάξει και την εικόνα του παρελθόντος της. Δεν μπορούν τα στεγανά πλαίσια που η ίδια κατασκεύασε στο παρελθόν να προβάλλουν ως εμπόδια στη δημιουργία του μέλλοντος της. Η Κύπρος βρίσκεται ήδη σε διαδικασία επανένωσης, στα πλαίσια μιας δικοινοτικής συμφιλίωσης. Λογικό είναι να προβληθεί επί τέλους η μέχρι τώρα καταπιεσμένη δικοινοτική πτυχή της ιστορίας της και να γίνει αυτοκριτική για τους ανταγωνιζόμενους εθνικισμούς που εγκλώβισαν τις δυο κοινότητες στα αδιέξοδα των μακροχρόνιων εθνικών αγώνων και εμπόδισαν την ειρηνική συνύπαρξη και τον ομαλό πολιτικό βίο.


Γρηγόρης Ιωάννου

Sunday, September 14, 2008

Εκπαιδευτική μεταρύθμιση τώρα! Η διαδικασία της επανένωσης δεν σταματά!

...Είναι αυτονόητο ότι η επανένωση της πατρίδας μας περνά μέσα από την ομοσπονδία. Άλλωστε αυτή είναι και η επίσημα διακηρυγμένη πολιτική μας, η οποία στηρίζεται από όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα του τόπου. Αν πετύχουμε λοιπόν την πολυπόθητη λύση, αυτό θα γίνει για τη νέα γενιά, η οποία θα κληθεί ως εκ τούτου, να συμβιώσει με το σύνοικο στοιχείο. Μια γενιά την οποία δυστυχώς γαλουχήσαμε με τα συνθήματα "καλός Τούρκος, νεκρός Τούρκος" και βάλε. Στις εθνικές γιορτές εκφωνούσαμε ασυλλόγιστα πύρινους λόγους φαρμακώνοντας έτσι τις καρδιές των παιδιών μας με κίβδηλο εθνικισμό, επωάζοντας έτσι σιγά-σιγά το αυγό του φιδιού και δημιουργώντας μικρά φασιστάκια. Ποιος οφείλει λοιπόν να ξεριζώσει το ρατσισμό και τον εθνικισμό από τις καρδιές των παιδιών μας αν όχι η παιδεία; "Παιδεύεσθαι και εθίζεσθαι προς τας πολιτείας" διακήρυττε ο Αριστοτέλης. Η παιδεία μας οφείλει να εθίσει τους νέους προς τη νέα πολιτεία στην οποία προσβλέπουμε. Η καλλιέργεια κουλτούρας ειρηνικής συμβίωσης και αμοιβαίου σεβασμού και συνεργασίας μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων είναι μέλημα της παιδείας και αποτελεί υπό τας περιστάσεις μονόδρομο...(Θεοδώρου)

...Αυτός ο τόπος δεν πάει πίσω στο παρελθόν. Γύρισε σελίδα οριστικά και κοιτάζει μπροστά. Η πατριδοκαπηλία έκανε τον κύκλο της και δεν πουλά πια. Η συμφιλίωση με τους ανθρώπους με τους οποίους υποτίθεται πως έχουμε αποφασίσει να ζήσουμε μαζί σε ένα συνεταιρικό κράτος δεν είναι απλώς μια επιλογή, είναι αναγκαιότητα. Και είναι δύσκολο το έργο. Απαιτείται πρώτα από όλα αμοιβαιότητα. Και οι δυο κοινότητες πρέπει να κάνουν υπερβάσεις και να αλλάξουν στρεβλωμένες αντιλήψεις και πρακτικές. Όμως δεν μπορεί να περιμένει ο ένας τον άλλο να κάνει την αρχή. Ας την κάνουμε εμείς. Αυτό δείχνει ωριμότητα και αίσθημα ευθύνης, αλλά και αυτοπεποίθηση...(Γεωργίου)

...Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα υποβοηθείτο με την κατάργηση της θρησκευτικής επιτήρησης της παιδείας, δηλαδή με την κατάργηση των θρησκευτικών, δεδομένου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ανεξίθρησκη. Η θρησκευτική διαπαιδαγώγηση πρέπει να είναι προσωπική και οικογενειακή υπόθεση ενός εκάστου και όχι θεσμική υποχρέωση του κοινωνικού συνόλου. Θα υποβοηθείτο επίσης με την εισαγωγή της τουρκικής γλώσσας, αφού εξ αντικειμένου και εκ του συντάγματος έχουμε μία διεθνοτική κοινωνία. Περαιτέρω, η εισαγωγή του μαθήματος της Κοινωνιολογίας θα ενίσχυε την κοινωνική αντίληψη των πραγμάτων περί των κοινωνικών αντιθέσεων και συμφερόντων...(Κάττος)

...Είναι ευρύτατα γνωστό πως ο εθνικιστικός λόγος δομείται με την ύπαρξη ενός άλλου που μας απειλεί "όντας" βάρβαρος. Και την ύπαρξη ενός "εμείς" που απολαμβάνει έως και μια άρρηκτη σχέση με την Ιστορία καθ' αυτή, τον Θεό/ούς. Εδώ είναι πολύ σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι, στην Κύπρο - από τον 19ο αιώνα και εντεύθεν - οι ομιλούντες ελληνικά στην πλειονότητά τους θέλουν να ταυτίζονται με ένα Ελληνικό Χριστιανικό έθνος. Για τους ίδιους η Ιστορία θέλει εαυτούς και προγόνους να αντιστέκονται σε βαρβάρους που ήθελαν/θέλουν όπως διαβρώσουν ή/και αφανίσουν την Ελληνική ταυτότητά τους. Και ανάλογα κατ' αυτούς όσοι τολμούν να ασκήσουν κριτική σ' αυτή την ερμηνεία της ιστορίας είναι εχθροί του έθνους. Δυστυχώς για την Κύπρο, η διάγνωση του λόγου των προαναφερθέντων ως ρατσιστικού και εθνικιστικού είναι έγκυρη. Και οι μεταρρυθμιστές της παιδείας μας, και οι υπόλοιποι εμείς αντιρατσιστές και αντεθνικιστές ας μην προσπαθούμε να αποποιηθούμε των όσων μας καταλογίζουν. Ναι, λοιπόν, είμαστε εδώ για να καταρρακώσουμε τον ρατσισμό και τον εθνικισμό στην κοινωνία μας. Και πρώτο και βασικότερο βήμα στην επιτέλεση του έργου αυτού είναι να το πετύχουμε μέσω της Παιδείας. Μιας Παιδείας που θα έχει το ελληνικότερο των χαρακτηριστικών: την κριτική σκέψη ή φιλοσοφία. Και για να παραφράσω τον Θαλή τον Μιλήσιο. Εμείς δοκιμάσαμε την ελληνοχριστιανική σας Παιδεία για τόσα χρόνια. Είναι σειρά σας τώρα να δοκιμάσετε την Παιδεία του Διαφωτισμού...(Δευτεράς)

Wednesday, September 3, 2008

Η πρώτη δικοινοτική διαδήλωση στην Κύπρο με σύνθημα ειρήνη-επανένωση.

1η Σεπτεμβρίου 2008. Δυο πορείες που ενώθηκαν στην νεκρή ζώνη. Άναψαν κεράκια, τραγούδησαν και χόρεψαν. Φώναξαν συνθήματα, ανέμισαν σημαίες. 600 άνθρωποι. Επαναπροσεγγιστές δασκάλοι, αριστεριστές και αναρχικοί. Συνοδεύτηκαν από τις αστυνομίες τους μέχρι τα οδοφράγματα. Οι τ/κ ήταν για άλλη μια φορά πλειοψηφία παρόλο που δέχτηκαν ένας ένας τον έλεγχο ταυτοτήτων πριν περάσουν. Οι ε/κ δεν κατάφεραν να φωνάξουν συνθήματα όλοι μαζί. Μάλλον μας λείπει η κουλτούρα των κινητοποιήσεων, κάτι που χαρακτηρίζει τους τ/κ τουλάχιστον αυτήν την δεκαετία. Το μόνο σύνθημα που φωνάχτηκε δικοινοτικά ήταν στα τούρκικα. Κιπριστάν μπαρίς εγκελλενεμέζ. Κανείς δεν μπορεί να σταματήσει την ειρήνη στην Κύπρο. Αυτό ας το χωνέψουν καλά οι ηγέτες που ξεκινούν τις συνομιλίες σήμερα.

Tuesday, August 26, 2008

Δικοινοτική διαδήλωση στην Λευκωσία, 1 Σεπτέμβρη με σύνθημα ΚΟΙΝΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΜΕΝΗ ΚΥΠΡΟ

Την 1η Σεπτεμβρίου όλοι στον αγώνα για την ειρήνη


Άναψε ένα κερί για την ειρήνη
Κοινός αγώνας για την ενωμένη Κύπρο


Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι
Περπατάμε για την Ενωμένη Κύπρο
Και συναντιόμαστε στο Λήδρα Πάλας


Ώρα: 19.00

Τόποι εκκίνησης:

Βόρεια Λευκωσία: Kugulu Park
Νότια Λευκωσία: Πλατεία Ελευθερίας

Saturday, August 23, 2008

Εκκλησία και Πολιτεία: Μια σχέση απότοκο πολιτικής υπανάπτυξης

Το κείμενο που ακολουθεί είναι της Πλατφόρμας εκπαιδευτικών Ενωμένη Κύπρος, ε/κ τμήμα, 21 Αυγούστου 2008

Η πρόσφατη κατ’ εξοχήν πολιτική παρέμβαση του μητροπολίτη Πάφου στο συνέδριο των αποδήμων, υπενθύμισε προκλητικά το γνωστό ανοιχτό ζήτημα με τα δύο σκέλη: Το πρώτο είναι η σαφής εμμονή της εκκλησίας να θεωρεί τον εαυτό της πολιτικό φορέα και το δεύτερο είναι η πολιτική της απλοϊκότητα όταν εκφράζει την εμμονή της αυτή.

Σ’ αυτό το ζήτημα, η τουρκοκυπριακή κοινωνία επιδεικνύει μάλιστα μεγαλύτερη συνοχή με τα ευρωπαϊκά θέσμια, παρά την έλλειψη προς το παρόν πανευρωπαϊκής συμφωνίας στο ζήτημα. Το Εβκάφ είναι εκτός πολιτικής, παρά τις ισλαμικές πιέσεις από την Τουρκία. Ακόμα και η τουρκική κυβέρνηση, παρά το ότι προέρχεται από ένα θρησκευτικό κόμμα, αν εξαιρέσει κάποιος την εμμονή της στα σύμβολα (μαντίλα ) προσπαθεί να διατηρεί μια εικόνα μετριοπάθειας.

Είναι επίσης αξιοσημείωτο το γεγονός ότι πολιτικές δυνάμεις που κατά τα άλλα επιχειρούν να προβάλλουν ένα ευρωπαϊκό πρόσωπο, στο συγκεκριμένο ζήτημα προσομοιάζουν περισσότερο με πολιτικές δυνάμεις σε κάποιες χώρες που βρίσκονται ανατολικά ή νότια της δικής μας.

Η διάθεση ενός φιλικού κοιτάγματος προς τους Τουρκοκυπρίους ωστόσο, που χαρακτηρίζει μέρος της εκκλησιαστικής ιεραρχίας και μεγαλύτερο μέρος των πιστών, είναι κάτι που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο μιας και η εκκλησία θέλει να προβάλλει αγάπη προς όλους, ανοχή και δεκτικότητα. Αποτελεί απαράδεχτο γεγονός το ότι ενώ το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και των πολιτικών δυνάμεων οδεύει με αποφασιστικότητα στο δρόμο της ειρήνης, της συμφιλίωσης και της διευθέτησης επιτέλους του κυπριακού ζητήματος, η εκκλησιαστική ιεραρχία επιχειρεί όχι μόνο να συμπορευθεί με τις εθνικιστικές δυνάμεις της μιας και της άλλης πλευράς που διευκολύνουν τη συντήρηση της διχοτόμησης ως τετελεσμένου γεγονότος, αλλά διεκδικεί και πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ο πολιτικός ρόλος (ή εθναρχικός και υπεκομματικός δήθεν, όπως αρέσκεται να δηλώνει ή ίδια) και η οικονομική της δύναμη, είναι κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την οποία συντήρησε και ενίσχυσε κατά την αποικιοκρατία, για λόγους που αποδείχθηκαν καταστροφικοί για το λαό μας. Η ανάμιξη της Εκκλησίας στην πολιτική αποτελεί αναπηρία για το δημοκρατικό σύστημα. Και μιλώντας για την πολιτική, αναφερόμαστε πρώτιστα στο Κυπριακό, αλλά και σε πολλά άλλα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά ζητήματα, στα οποία τον αποκλειστικό λόγο θα πρέπει να έχει η πολιτεία και οι πολίτες. Η δε έντονη ανάμιξη της Εκκλησίας στη δημόσια εκπαίδευση, που τείνει να μετατρέψει τα δημόσια και κοσμικά σχολεία σε θρησκευτικά, είναι καιρός να αντιμετωπιστεί από όλους μας αποφασιστικά. Η κοινωνία των πολιτών θα πρέπει πλέον να αναλάβει τις ευθύνες της για να προλάβουμε κάποια στιγμή να συγχρονιστούμε με την εποχή μας. Οι αδελφοί λαοί της Δυτικής Ευρώπης έλυσαν αυτό το ζήτημα πριν από δύο αιώνες, περιορίζοντας την εκκλησία στα θρησκευτικά της καθήκοντα, περιορίζοντας ταυτόχρονα και την οικονομική της δύναμη.

Tuesday, July 8, 2008

Τερματισμός της απεργίας στο Jumbo

Μετά από παρέμβαση της Υπουργού Εργασίας οι απεργοί επέστρεψαν στις εργασίες τους. Η εργατική διαφορά αναμένεται να επιλυθεί στα πλαίσια του διαλόγου που θα διεξαχθεί μεταξύ των συντεχνιών και της εργοδοσίας κάτω από την αιγίδα του Τμήματος Εργασιακών σχέσεων του Υπουργείου Εργασίας. Ο διάλογος ξεκινά την ερχόμενη Παρασκευή. Οι θέσεις των δυο παρατάξεων είναι αντιφατικές και είναι αμφίβολο αν θα επιτευχθεί κάποιος συμβιβασμός. Ο κίνδυνος υπαναχώρησης των συντεχνιών από την αναγκαιότητα συνομολόγησης συλλογικής σύμβασης που θα καλύπτει όλο το προσωπικό, με δεδομένη την περιορισμένη επιρροή που έχουν στο προσωπικό της εταιρείας, είναι ορατός.

Monday, July 7, 2008

Παναπεργία σήμερα στο βόρειο τμήμα της Κύπρου

33 συντεχνίες απεργούν σήμερα διαμαρτυρόμενες για τα σχέδια της κυβέρνησης Ταλάτ να τροποποιήσει το σύστημα τιμαριθμητικής αναπροσαρμογής. Σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία η αναπροσαρμογή γίνεται σε διμηνιαία βάση αυτόματα και η πρόταση της κυβέρνησης είναι να γίνεται μετά από εξέταση του συμβουλίου υπουργών. Η απεργία διεξάγεται από δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους. Ένα ενδιαφέρον επιχείρημα της κυβέρνησης Ταλάτ είναι πως με το μέτρο αυτό ενδέχεται να ξεπεραστεί η αδυναμία της κυβέρνησης να ισοζυγίσει τον προΫπολογισμό και να μειώσει έτσι την εξάρτηση από την Τουρκία.

Thursday, July 3, 2008

Ένα ενημερωτικό σχόλιο για την απεργία στο Jumbo

Οι κινητοποιήσεις άρχισαν με την απόλυση ενός διευθυντή που σήμανε συναγερμό ανάμεσα στα στα μεσαία στελέχη της εταιρείας, καθώς φοβήθηκαν ότι θα μπορούσαν να έχουν την ίδια τύχη. Έτσι ήρθαν σε επαφή με τις συντεχνίες. Κλήθηκε γενική συνέλευση με συμμετοχή 40 ατόμων και αποφάσισαν να ζητήσουν συλλογική σύμβαση. Η διεύθυνση της εταιρείας όμως κάλεσε τα μεσαία στελέχη και τους διαβεβαίωσε ότι δεν κινδύνευαν και υποσχέθηκε Ταμείο Προνοίας για όλους τους υπαλλήλους. Εν τω μεταξύ οι συντεχνίες άρχισαν να εγγράφουν μέλη και ζήτησαν τη μεσολάβηση του Υπουργείου Εργασίας που κήρυξε αδιέξοδο. Η διεύθυνση της εταιρείας για να σπάσει το αδιέξοδο και να αποφύγει την απεργία κάλεσε τους εργαζόμενους σε διάλογο χωρίς όμως να τους αναγνωρίζει το δικαίωμα εγγραφής σε συντεχνίες. Έτσι οι συντεχνίες προχώρησαν σε απεργιακά μέτρα τα οποία, όμως, στήριξε τελικά μόνο η μειοψηφία του προσωπικού. Τα μεσαία στελέχη της εταιρείας, που εκτελούν χρέη προϊσταμένων με μια εξαίρεση αρνήθηκαν να συμμετέχουν καθώς αποδέκτηκαν τις διαβεβαιώσεις της διεύθυνσης για την ατομική τους κατοχύρωση. Η προσχώρηση των μεσαίων στελεχών στο εργοδοτικό στρατόπεδο είχε ως αντίκτυπο τον επηρεασμό πολλών εργαζομένων που δίστασαν να προχωρήσουν σε απεργιακά μέτρα. Οι κοινοτικοί, ανατολικο-Ευρωπαίοι εργάτες, που τους παρέχεται διαμονή από τον εργοδότη τους, και οι ταμίες αποφάσισαν να μείνουν όλοι μέσα και να εργαστούν.

Στην εταιρεία εργοδοτούνται 110 άτομα, 70 στη Λευκωσία και 40 στη Λεμεσό όλοι με προσωπικά συμβόλαια που προνοούν μόνο ασφαλιστικές εισφορές και εργασιακό χρόνο: 40ωρη εβδομαδιαία εργασία για τους μόνιμους Κύπριους, 36ωρη για τους εποχιακούς (που αποτελούν περίπου το1/3 του προσωπικού) και 48ωρη για τους κοινοτικούς που τους παρέχεται και διαμονή. Για τους πλείστους υπαλλήλους η μισθοδοσία κυμαίνεται στα επίπεδα του κατώτατου μισθού, 700-800 ευρώ το μήνα. Τα μεσαία στελέχη αμείβονται με ένα σύστημα προμήθειας και υπάρχουν περιπτώσεις που ξεπερνούν τα 1500 ευρώ το μήνα σύμφωνα με τη διεύθυνση λόγω της αυξημένης κίνησης του καταστήματος. Οι υπερωρίες πληρώνονται διπλά στις αργίες και μονά στις καθημερινές όταν γράφονται αλλά αυτό συμβαίνει σπάνια (Χριστούγεννα, Πάσχα και Αύγουστο). Συνήθως οι εργαζόμενοι δουλεύουν καθημερινά μια επιπλέον ώρα χωρίς πληρωμή. Δεν έχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ΑΤΑ και Ταμείο Προνοίας, παίρνουν όμως σύμφωνα με την διεύθυνση μισθολογικές αυξήσεις δυο φορές το χρόνο.

Η διεύθυνση αρνείται να συνομολογήσει συλλογική σύμβαση που θα κατοχυρώσει τις θέσεις εργασίας και θεωρεί ότι τα προσωπικά συμβόλαια εκπληρώνουν αυτή τη λειτουργία. Οι συντεχνίες διαφωνούν με την αρχή της ατομικής κατοχύρωσης των προσωπικών συμβολαίων και απαιτούν συλλογική συμφωνία για όλο το προσωπικό που θα αυξήσει τα κατώτερα όρια πρόσληψης και θα εισάγει κλίμακες μισθοδοσίας. Αν η διεύθυνση θέλει να ανταμείβει κάποιους πέραν της σύμβασης οι συντεχνίες δεν φέρουν ένσταση. Θεωρούν όμως τη συλλογική σύμβαση αναγκαίο δίχτυ ασφάλειας για τους πολλούς χαμηλόμισθους.

Η απεργία βρίσκεται στην 13η μέρα. Το κατάστημα υπολειτουργεί. Οι 22 απεργοί είναι κυρίως νεαρές Κύπριες γυναίκες. Ενημερώνουν τους πελάτες του καταστήματος για την απεργία και τα αιτήματα τους και τους εμποδίζουν από το να μπουν στο κατάστημα. Πολλοί πελάτες αποχωρούν και τους εύχονται καλή συνέχεια. Αρκετοί όμως επιμένουν να ψωνίσουν οπόταν οι απεργοί τους αφήνουν να περάσουν. Ένας διευθυντής της εταιρείας χτύπησε με το αυτοκίνητο του μια απεργό και το γεγονός καταγγέλθηκε στην αστυνομία. Το ηθικό των απεργών φαίνεται ανυψωμένο. Φωνάζουν συνθήματα ποδοσφαιρικά και αντικαθιστούν την λέξη “πρωτάθλημα” με την λέξη “δικαίωμα”. Προχθές οι συναδέλφοι τους που παραβιάζουν την απεργία βγήκαν έξω και φωτογραφήθηκαν με πλακάρτ εναντίον των συντεχνιών και υπέρ της εργοδοσίας. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ίσως λόγω των διαφημιστικών τους συμφερόντων πρόβαλαν την αντι-απεργιακή κινητοποίηση και τηρούν γενικότερα φιλο-εργοδοτική στάση. Οι απεργοσπάστες είναι κυρίως στελέχη, μαθητές και φοιτητές, μεσήλικες και ανατολικοΕυρωπαίοι. Οι απεργοί έχουν χάσει την ελπίδα να φέρουν τους συναδέλφους τους μαζί τους. Τώρα η ελπίδα τους επικεντρώνεται στους λιμενεργάτες που από την πέμπτη μέρα της απεργίας αρνούνται να ξεφορτώσουν τα εμπορευματοκιβώτια της εταιρείας σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους απεργούς.