(μετάφραση
αποσπάσματος από το υπό
έκδοση στα αγγλικά βιβλίο
, “Labour relations in Cyprus: employment, trade unionism and class
composition”, σελ. 26-28)
1.2.4. Τάξη και
ταξικός αγώνας
...Η εστίαση του
Kelly (1998) στις εργατικές
κινητοποιήσεις και τη συλλογική δράση
ως η κεντρική διάσταση των εργασιακών
σχέσεων συνδέει τις έννοιες του αγώνα
και της οργάνωσης και απαντά στο θεωρητικό
και πολιτικό ζήτημα της ταξικής
σύγκρουσης. Εισηγείται την έννοια της
“δικαιοσύνης” ως την κεντρική συνιστώσα
που καθορίζει την αγωνιστικότητα, ενώ
προσεγγίζει το ζήτημα της ηγεσίας από
τα κάτω όπως και στο μικρο-επίπεδο. Οι
ακτιβιστές, ειδικά οι αριστεροί, ήταν
και παραμένουν ο παράγοντας - κλειδί
στις εργατικές κινητοποιήσεις, καθότι
υποδεικνύουν την αδικία και την
αναγκαιότητα της δράσης, συνεισφέροντας
έτσι στη δημιουργία της ομαδικής
ταυτότητας και την υπεράσπιση της
συλλογικής δράσης (Kelly,
1998 σ. 35, 44-51). Μέσα στις συνδικαλιστικές
δομές και τις επιτροπές εργασιακών
χώρων διαφόρων ειδών, οι δραστήριοι
κομμουνιστές, είτε χαρακτηριζόμενοι
ως ήρωες της εργατικής τάξης είτε ως
ταραξίες ανάλογα με την οπτική του κάθε
ενός, ήταν πάνω κάτω οι τοπικοί ηγέτες
και αγκιτάτορες, προκαλώντας εργασιακό
αναβρασμό και κωδικοποιώντας πολιτικά
την εργατική απαρέσκεια και τα εργατικά
αιτήματα. Συχνά αυτοί οι ακτιβιστές,
είτε εντός του επίσημου κομμουνιστικού
κινήματος είτε -τις τελευταίες δεκαετίες-
ριζοσπάστες εκτός του, αποτελούσαν εξ
υπαρχής στόχους για τον εργοδοτικό
αυταρχισμό και την καταστολή (Franzosi
1995 σ. 220) σε ένα πάνω κάτω συντηρητικό,
αντι-κομμουνιστικό κλίμα της εποχής
του Ψυχρού Πολέμου και της μεταψυχροπολεμικής
συνέχισης και διάχυσής του.
Ο οργανωμένος
και ο πολιτικός αγώνας παραμένει βασικά
ο μόνος τρόπος με τον οποίο η εξουσία
του κεφαλαίου μπορεί να αμφισβητηθεί
συστηματικά και ουσιαστικά. Και αυτό
επειδή η οργάνωση και η πολιτικοποίηση
μπορεί να επιτύχει δυο αναγκαίες συνθήκες
για την ανύψωση της εργατικής τάξης
πέραν από την αντικειμενική της θέση
και προσανατολισμό, ως τάξη καθ' εαυτήν
“απέναντι στο κεφάλαιο”, στο επίπεδο
της συνείδησης για να γίνει τάξη “δι'
εαυτήν”. (Lukacs, 1968 [1920] σ.
76). Η οργάνωση και η πολιτικοποίηση
μπορούν θεωρητικά και δυνητικά να
πετύχουν την ενοποίηση σε δυο επίπεδα
– και ξεπερνώντας τις κοινωνικο-πολιτιστικές
διαιρέσεις (νοητική και χειρωνακτική
εργασία, φύλο και εθνότητα κλπ) και
υπερβαίνοντας τις κοινωνικο-οικονομικές
ιεραρχίες (βασισμένες στην επαγγελματική
θέση) εσωτερικά της εργατικής τάξης. Η
αποτελεσματική ταξική ενότητα, ειδικά
αν καταφέρει να εξουδετερώσει τον ειδικό
ρόλο που το κεφάλαιο ορίζει στο διευθυντικό
και τεχνικό στρώμα, μπορεί να οδηγήσει
στην επίτευξη της ταξικής αυτονομίας,
σπάζοντας δηλαδή την αναπαραγωγή του
κεφαλαίου που βασίζεται στην καθυπόταξη
του συλλογικού εργάτη μέσα από την
ένταξη της εργασιακής ρύθμισης εσωτερικά
της παραγωγής και την πολυδιάσπαση του
εργατικού δυναμικού (Clarke,
1991b, p. 191).
Παρόλα αυτά η
πρωτοκαθεδρία του οργανωμένου και του
πολιτικού αγώνα δεν χρειάζεται να
επισκιάζει τις πιο άδοξες στιγμές της
σύγκρουσης στον εργασιακό χώρο που
είναι όχι μόνο ένα πολύ πιο συχνό
φαινόμενο αλλά συχνά μπορεί να και έχει
οδηγήσει σε πιο γενικευμένους αγώνες.
Ο αναλυτής δεν πρέπει να ξεχνά ότι ένα
σημαντικό μέρος των απεργιακών δράσεων
δεν οργανώνεται και δεν στηρίζεται
επίσημα πόσο μάλλον να προκληθεί ή να
καθοδηγηθεί από τα έξω. Οι άγριες απεργίες
φαίνονται ως πρώιμες μορφές αγώνα,
αυθόρμητα ξεσπάσματα ενάντια στην
εκμετάλλευση και την καταπίεση που
μπορεί να είναι ηρωικά αλλά στην ουσία
αδυνατούν να πετύχουν κάτι πρακτικά
και να έχουν ένα μακροπρόθεσμο αντίκτυπο.
Η αδιαμεσολάβητή τους μορφή, ο σχεδόν
υπαρξιστικός τους χαρακτήρας και οι
αντι-εξουσιαστικές του συνεπαγωγές
υποδεικνύονται συχνά από ριζοσπάστες
ως σημάδια ταξικής αυτονομίας και
αυτο-πραγμάτωσης, ενώ οι πολιτικές τους
αδυναμίες, λόγω της έλλειψης στρατηγικής
και σχεδιασμού, και η αναποτελεσματικότητα
τους υποδεικνύονται συχνά από τους
ρεφορμιστές και τους πραγματιστές που
τις υποτιμούν και τους επαγγελματίες
συνδικαλιστές που απειλούνται από
αυτές. Συχνά η διχοτομία μεταξύ της
καθοδηγούμενης από συνδικάτο και της
μη καθοδηγούμενης από συνδικάτο απεργίας
δεν είναι τόσο μεγάλη όσο φαίνεται. Και
αυτό επειδή μερικές επίσημες απεργίες
ξεκινούν στην ουσία ανεπίσημα, πολλές
φορές αναγκάζοντας την ηγεσία του
συνδικάτου να πάρει μέρος και μερικές
ανεπίσημες απεργίες μπορεί να έχουν
την υπόρρητη έγκριση συνδικαλιστών
και/ή τελικά να οδηγήσουν σε συνδικαλιστική
ένταξη.
Στο μικρο –
επίπεδο του εργασιακού χώρου, η εργατική
αντίσταση δεν είναι πάντα συλλογική
και δεν χρειάζεται πάντα να φτάσει στο
ύψος της εργατικής κινητοποίησης. Μπορεί
να πάρει επίσης έμμεσες και υπονομευτικές
μορφές που είναι μιας πολύ στοιχειώδους
φύσης. Όπως και στο μακρο – επίπεδο των
κλαδικών και εθνικών συλλογικών
διαπραγματεύσεων, η απεργιακή κινητοποίηση
ή η μη συνεργασία μπορεί να χρησιμοποιηθεί
επίσης ως απειλή, ή με πιο ανεπαίσθητους
τρόπους ως δυνητικότητα. Αιτήματα που
αφορούν τον εργασιακό χρόνο, τον ρυθμό
ή τις συνθήκες εργασίας μπορούν να
ικανοποιηθούν ή να κατασταλούν άμεσα
και τοπικά πριν να αρθρωθούν ολοκληρωμένα
και συστηματικά και να πάνε πάνω στο
επίπεδο του συνδικάτου ή της διοίκησης
της επιχείρησης. Είναι πιθανότατα
μάταιο να προσπαθήσουμε να υπολογίσουμε
το σημείο στο οποίο η δυσφορία οδηγεί
σε απεργιακή δράση ή να κατασκευάσουμε
μοντέλα για να εξηγήσουμε την εμφάνιση
ή να μετρήσουμε την ένταση της ταξικής
σύγκρουσης (Franzosi, 1995), ενώ
τα μοντέλα των μεγάλων κυμάτων των
κινητοποιήσεων (Kelly, 1998)
μπορεί να είναι χρήσιμες θεωρητικές
ασκήσεις αλλά ενέχουν τον κίνδυνο του
ντετερμινισμού και του ιστορικισμού,
χάνοντας στην εγγενή ιστορικότητα και
την εμπειρική ιδιοτυπία του ταξικού
αγώνα. Η σύγκρουση στην εργασία, όπως
και στην κοινωνία συνολικά, παίρνει
διάφορες μορφές και ούτε το συμβάν της,
ούτε οι συνεπαγωγές της μπορούν να
εξηγηθούν στο επίπεδο της θεωρίας. Η
τάξη και ο ταξικός αγώνας που τη
σχηματοποιεί είναι στο τέλος της μέρας
ιστορικά φαινόμενα που δεν μπορούν να
πιαστούν επαρκώς με κοινωνιολογικά
δίκτυα1...
1“Η
τάξη ορίζεται από ανθρώπους καθώς αυτοί
ζουν την δική τους ιστορία, και στο
τέλος της μέρας αυτή είναι ο μόνος
ορισμός”. (E.P. Thompson, 1963, Preface
p.10)
2 comments:
Ενδιαφέρον κείμενο… μέχρι πριν μερικά χρόνια και ιδιαίτερα την τελευταία περίοδο έχω την αίσθηση ότι η υποχώρηση της ριζοσπαστικής πολιτικής κατεύθυνσης της εργατικής τάξης οφειλόταν κυρίως σε ιδεολογικούς λόγους.. δηλ. στο επίπεδο της υποχώρησης της ιδεολογικής συνείδησης που θα την μετέτρεπε σε κοινωνική υποκειμενικότητα… ένα ζήτημα που το έθεσαν κυρίως ο θεωρητικοί του δυτικού μαρξισμού και κυρίως ο γκεορ λούκατς στο κλασικό έργο του Ιστορία και ταξική συνείδηση… για τον λούκατς χωρίς αμφιβολία το μεγάλο πρόβλημα είναι η αντικειμενοποίηση και συνεπώς υποστασιωποίηση (αν μεταφράζω σωστά τον όρο reification) της συνείδησης της εργατικής τάξης η οποία δεν της επιτρέπει να κάνει το μεγάλο ιστορικό βήμα… αυτό έχω την αίσθηση εννοεί όταν γράφει ότι είναι αναγκαιότητα να ανυψωθεί η εργατική τάξη από τάξη καθ’ εαυτήν απέναντι στο κεφάλαιο, στο επίπεδο της συνείδησης για να γίνει τάξη δι’ εαυτήν… να μετατρεπεί δηλ. από μια αντικειμενοποιημένη κοινωνική ποιότητα σε μια ιστορική υποκειμενικότητα… ο e.p Thomson προερχώμενος από μια διαφορετική παράδοση από τον λουκατς, αυτήν του βρεττανικού εμπειρισμού και της ιστορίας και όχι την παράδοση του γερμανικού ιδεαλισμού θα καταλήξει και αυτός ουσιαστικά να μιλά για μια μορφή working class bildum καθώς στο καθοριστικό έργο του the making of the british working class θα περιγράψει την έννοια της ταξικής συνείδησης ως μια μορφής ιστορικής και πολιτισμικής ποιότητας έννοια και όχι απλά ως μια εγγενή ποιότητα της εργατικής τάξης.. αν λοιπόν μέχρι την πολύ πρόσφατη εποχή το ζήτημα της συνειδησης και της υποκειμενικότητας ήταν για την ριζοσπαστική κατεύθυνση της εργατικής τάξης το μεγάλο πρόβλημα που μαρξιστές θεωρητικοί διαφορετικών κατευθύσεων, παραδόσεων και εποχών προσπάθησαν να λύσουν νομίζω ότι η πολύ πρόσφατη εποχή θέτει ακόμη ένα επιπλέον ζήτημα, και ίσως μεγαλύτερο… Το πρόβλημα της εξουδετέρωσης της αντικεμενικής θέσης και ισχύς της εργατικής τάξης μέσα στο κοινωνικό προτσές.. αν η κρίση της εποχής μας είναι μια κρίση που δημιούργησε τεράστια προβλήματα στο κεφάλαιο, στο επίπεδο της εργασίας, δηλ. της εργατικής δύναμης ως αξίας, είναι εξοντωντική… η αξία και η δύναμη της εργασίας μέσα στην κοινωνική διαδικασία έχει ουσιαστικά εκμηδενιστεί… και αυτό είναι ένα ζήτημα που θα δημιουργήσει τεράστια προβλήμα όσον αφορά την ορθολογική διέξοδο των σύγχρονων κοινωνιών… μιλωντας για τον τόπο μας.. δεν είναι μόνον το τεράστιο ποσοστό της ανεργίας και των εξευτελιστικών αμοιβών των εργαζομένων.. αλλά ουσιαστικά η συνεχής υποχώρηση κάθε δικαιώματος φτάνοντας στο σημείο ακόμη και τα πλέον αυτονόητα να δικαιώματα των εργαζομένων να υπονομεύονται, να αμφισβητούνται και αυθαίρετα να καταργούνται εκμηδενίζουν την ισχύ της εργασίας απέναντι στο κεφάλαιο.
τα προβλήματα σήμερα για την εργατική τάξη ναι είναι πολλαπλά και σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και ειδικότερα στην Κύπρο.
ουσιαστικά η διαδικασία της κοινωνικής οπισθοδρόμησης που ξεκίνησε την δεκαετία του 1980 (στην Κύπρο την δεκαετία του 1990) συνεχίζει ακάθεκτη μέχρι σήμερα διαψεύδοντας τις ελπίδες μας για ανάκαμψη όπως αυτές δημιουργήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
η οικονομική κρίση ήδη από 2008 τις έθαψε και μας έβαλε σε μια καινούργια εποχή, γενικευμένης αστάθειας και με απόσταση αναπνοής από αυτό που προηγούμενοι στοχαστές του σοσιαλισμού ονόμασαν βαρβαρότητα...
είναι τεράστιο το ζήτημα που ανοίγεις. νομίζω όμως ότι η διατύπωση σου είναι κάπως υπερβολική - αλλά ναι όντως το νεοφιλελέυθερο σύμπαν στο οποίο εισέρχεται οριστικά και η Κύπρος τώρα δεν αναγνωρίζει κάποια δύναμη στην εργασία ούτε σε πολιτικό ούτε σε κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο. η κρίση του συνδικαλισμού βαθαίνει, η υποτίμηση της εργασίας εντείνεται, η καταστολή αυξάνεται.
για την κυπριακή κατάσταση την οποία μελέτησα τα τελευταία χρόνια κοίταξε αν θέλεις και εδώ
http://nekatomata.blogspot.com/2010/05/1960-2010.html
http://nekatomata.blogspot.com/2011/05/blog-post_18.html
http://nekatomata.blogspot.com/2011/12/blog-post.html
http://nekatomata.blogspot.com/2011/12/9122011.html
Post a Comment