Παρόλο που κάποια πράγματα θα έπρεπε να είναι αυτονόητα, επειδή τελικά για κάποιους φαίνεται να μην είναι, θα δοκιμάσω να τα κωδικοποιήσω εδώ – ως προκαταρκτικές αναλυτικές θέσεις και ως συνέχεια της πολιτικής παρέμβασης.
1. Αυτή την στιγμή δεν διακυβεύεται απλά το παρόν και μέλλον της κυβέρνησης Χριστόφια, ούτε απλά το παρόν και το μέλλον του ΑΚΕΛ. Αυτή τη στιγμή διακυβεύεται το παρόν και της μέλλον της κυπριακής Αριστεράς και η ίδια η ιδέα της Αριστεράς – ως αντίσταση απέναντι στον ηγεμονικό Λόγο – αστικό και εθνικιστικό. Και ο καθένας και η κάθε μια μας από την θέση που βρίσκεται οφείλει να το κατανοήσει αυτό ως αφετηρία για τον δικό του δρόμο και τρόπο πολιτικής τοποθέτησης και παρέμβασης – και η ουδετερότητα ή η αδράνεια σύντροφοι, όπως ξέρουμε, είναι θέση και έχει τις συνέπειες της.
2. Στην Κύπρο το μόνο αριστερό πολιτικό κόμμα είναι το ΑΚΕΛ.
α) Αυτό δεν σημαίνει ότι ΑΚΕΛ και Αριστερά είναι ταυτόσημες έννοιες. Υπάρχουν αριστερές δυνάμεις στην κοινωνία που βρίσκονται συνειδητά εκτός του ΑΚΕΛ. Οι πλείστες από αυτές μάλιστα τοποθετούνται αριστερότερα του ΑΚΕΛ. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις διάφορες ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου, αλλά και σε πολλούς ανένταχτους που έχουν και εκφράζουν άποψη και που δραστηριοποιούνται κατά καιρούς, αλλά που η μπόχα του εν πολλοίς απαξιωμένου πολιτικού συστήματος και της πολιτικής γενικότερα τους κρατά συνήθως μακριά.
β) Σημαίνει όμως ότι τοποθετήσεις του στυλ “στην Κύπρο δεν υπάρχει Αριστερά”, ή “Αριστερά=Δεξιά”, ή “το ΑΚΕΛ είναι το ίδιο με τα άλλα κόμματα” (στο ίδιο μήκος κύματος με το παιδικό σλόγκαν αστική δημοκρατία=φασιστική χούντα) είναι και πολιτικά λάθος καθότι υποδηλώνουν έλλειψη βασικής αντίληψης αλλά και αναλυτικά-μεθοδολογικά λάθος καθότι οδηγούν σε εννοιολογική ισοπέδωση και αδυναμία άσκησης ουσιαστικής αριστερής κριτικής γενικά αλλά και ειδικά στο ίδιο το ΑΚΕΛ.
3. Το ΑΚΕΛ δεν είναι επαρκώς αριστερό κόμμα και σίγουρα δεν είναι επαναστατικό κόμμα. Από την ίδρυση του, ως μετωπικό σχήμα αρχικά και μετά μετεξέλιξη του ΚΚΚ, δρα με μια ρεφορμιστική λογική και συμβιβάστηκε και συμβιβάζεται με το υπάρχον κοινωνικο-οικονομικό σύστημα όπως η ιστορική Σοσιαλδημοκρατία προσπαθώντας να κερδίσει όσα μπορεί εντός του, για τους εργαζόμενους. Διατηρούσε βέβαια και σε κάποιο βαθμό διατηρεί ακόμα την κομμουνιστική ρητορική και συνθηματολογία, ειδικότερα στο διεθνές πεδίο, κάτι που το τοποθετεί μεν αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας, όμως στο κυπριακό ιστορικό πεδίο η αλήθεια είναι ότι δεν προχώρησε ποτέ σε βαθιές ρήξεις με τον συντηρητισμό κάτι που πραγματοποίησαν εν μέρη, τουλάχιστον στο παρελθόν, Ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα πχ κατοχυρώνοντας το κοσμικό κράτος, τα ατομικά δικαιώματα κλπ. Το ΑΚΕΛ υπήρξε σταλινικό κόμμα και διατηρεί ακόμα σε οργανωτικό επίπεδο κάποιες σταλινικές νοοτροπίες και πρακτικές. Όμως δεν είναι σταλινικό κόμμα με πολιτικούς όρους. Ο σταλινισμός όμως ούτως ή άλλως είναι ένα σύνθετο φαινόμενο και μόνο ζημιά προκαλεί η ηλίθια ταύτιση του με τον φασισμό. Η ψυχροπολεμικής προέλευσης, δυτική, Δεξιά προπαγάνδα περί “κόκκινου φασισμού” όταν υιοθετείται άκριτα από κάποιους, ουσιαστικά μας εμποδίζει από το κάνουμε μια ουσιαστική ανάλυση και μια αριστερή κριτική στο φαινόμενο σταλινισμός, την αυταρχική δηλαδή στρέβλωση του κομμουνισμού, όπως αυτή εμφανίστηκε στην παγκόσμια ιστορία.
4. Η Αριστερά εκτός του ΑΚΕΛ, πέραν από την χρόνια ιδεολογική πολυδιάσπαση και οργανωτική αδυναμία, με βασική επίπτωση την αποστασιοποίηση πολλών, βρίσκεται σήμερα και χωρίς ξεκάθαρο πολιτικό προσανατολισμό. Παρότι από την συντριπτική πλειοψηφία του ευρύτερου χώρου έγινε πλέον αντιληπτό ότι έχουμε σήμερα μια ολοκληρωτική αντεπίθεση της ενωμένης Δεξιάς, έχει ήδη χαθεί και πολύτιμος χρόνος και πολιτικό έδαφος για δράση, ενώ η κατάσταση διαφοροποιείται μέρα με τη μέρα απαιτώντας συνεχή παρακολούθηση και παρεμβάσεις. Πριν να μιλήσω για το “αύριο”, να πω όμως δυο λόγια για το ήδη χαμένο “σήμερα”. Η σημερινή αδυναμία του κυπριακού ριζοσπαστικού χώρου να παρέμβει στην συγκυρία έχει να κάνει επίσης με 2 άλλες παλιές “ασθένειες” που προκύπτουν από την ανεπαρκή θεωρητική και ιστορική αντίληψη μας. Η πρώτη είναι η άκριτη μεταφορά τοποθετήσεων και πλαισίων ερμηνείας από το εξωτερικό και από το παρελθόν, και ειδικά από την Ελλάδα, χωρίς αυτά να σχετίζονται με την κυπριακή ιστορική και πολιτική πραγματικότητα και χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες, ιδιομορφίες και διαφορές της κυπριακής κατάστασης και συχνά χωρίς να σέβονται καν την κυπριακή αυτονομία. Η δεύτερη είναι ο άκριτος ενθουσιασμός με το πλήθος, το όποιο πλήθος, ο οποίος πηγάζει από μια φετιχοποίηση της μορφής του ακτιβισμού εφ' εαυτού, ή πιο χυδαία του “κατεβαίνω στο δρόμο” ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της. Αυτή η λαϊκίστικη στάση, που θεωρεί το όποιο πλήθος “αγνό” και που αγνοεί την ουσία – δηλαδή το γενικό πλαίσιο, την συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία και το άμεσο πολιτικό διακύβευμα, ουσιαστικά υποβιβάζει τον ακτιβισμό σε ζήτημα προσωπικής εμπειρίας και λάιφ στάιλ. Το ότι κάποιοι ήταν έτοιμοι, ευτυχώς μόνο μερικοί και μόνο αρχικά, να κλείσουν και τα μάτια σε ότι χαλούσε αυτή την φαντασίωση, πχ την ανοχή του πλήθους σε φασιστικές ιδέες, συνθήματα, θέσεις κλπ, υπήρξε κατ' ακρίβεια και ελιτίστικη στάση καθότι αρνούνταν σε αυτό που υμνούσαν, “το πλήθος” ή “την μάζα” το ρόλο του πολιτικού υποκειμένου και τις ευθύνες που αυτό φέρει. Οι περισσότεροι όμως κατάλαβαν από την αρχή το παιχνίδι και αντιστάθηκαν στο δεξιό ντελίριο και την μικροαστική μιζέρια που θέλει να αντιγράφει το χαζό μοντέλο των τηλεοπτικών μεταφορών. Σήμερα, μετά το τέλος των συναισθηματισμών και μετά από το πολιτικό ξεκαθάρισμα του πεδίου μπορούμε πλέον να το πούμε, ορθολογικά, νηφάλια και υπεύθυνα. Όχι, δεν υπάρχουν πλέον παρασυρμένοι. Αυτοί που συνεχίζουν μέχρι και σήμερα να συνυπάρχουν με την ακροδεξιά, διαμαρτυρόμενοι ενάντια στην κυβέρνηση αλλά όχι ενάντια στον κρατικό μηχανισμό και τον στρατό, ενάντια στην Αριστερά αλλά όχι ενάντια στην Δεξιά, ενωμένοι τελετουργικά με ένα διάχυτο εθνο-λαϊκό συντηρητισμό, δεν είναι πλέον ούτε απλά χαζοί, ούτε απολιτίκ, ούτε πολιτικά φιλελεύθεροι. Ξηγημένα πράματα.
5. Όσον αφορά τώρα το πραγματικό πολιτικό παιχνίδι – επειδή πλέον οι συγκεντρώσεις κάθε Δευτέρα μετά τα μπάνια στο προεδρικό απλά εξυπηρετούν σε κάποια νομιμοποίηση της συνεχιζόμενης προσπάθειας των ΜΜΕ για συντήρηση του θεάματος, αποχαυνωτική χειραγώγηση και τροφοδότησης της Δεξιάς για να επιβάλει τους όρους του κεφαλαίου στο κράτος και στην κοινωνία – και εδώ φαίνεται να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα. Τα ΜΜΕ δεν είναι στην πραγματικότητα όσο παντοδύναμα όσο φαίνονται – η λογοκρισία “των απαγορευμένων ερωτημάτων” που επιχειρούν, η επιλεκτική εστίαση αλλού και η αποσιώπηση των αυτονόητων έχουν τα όρια τους. Η ηγεσία του ΔΗΣΥ φαίνεται και αυτή να αντιλαμβάνεται ότι η ανανεωμένη νεοσυντηρητική παράταξη με πυρήνα την ακροδεξιά κερκίδα δεν είναι ακριβώς όσο εύκολα ελεγχομένη όσο θα έλπιζαν. Η ακροδεξιά δεν έχει συγχωρέσει τον Αναστασιάδη για το Ναι το 2004 και σε περίπτωση ανατροπής του Χριστόφια, ακόμα και αν αυτός καταφέρει τελικά να επικρατήσει, να εξασφαλίσει την στήριξη του Αρχιεπισκόπου και να αναλάβει την Προεδρία – [μάλλον απίθανο επειδή λογικά η Αρχιεπισκοπή θα επιλέξει κάποιον καθαρόαιμο απορριπτικό όπως ο Ομήρου ή έστω κάποιον λιγότερο ταυτισμένο με το Ναι όπως ο Κασουλίδης], θα αναγκαστεί και αυτός να συγκρουστεί αργά ή γρήγορα με την ακροδεξιά και εντός και εκτός του ΔΗΣΥ. Η ηγεσία της Δεξιάς παρόλο που αρχικά φλέρταρε με την ιδέα, σήμερα λογικά δεν επιθυμεί πραγματικά την ανατροπή της κυβέρνησης για πολλούς λόγους – οι οικονομικές επιπτώσεις της πολιτικής αστάθειας, ο υπαρκτός κίνδυνος ενός εμφυλίου, το ότι η διάδοχος κατάσταση θα πρέπει σε σημαντικό βαθμό να λογοδοτεί στην ακροδεξιά κλπ. Μάλλον η Δεξιά προτιμά να αφήσει την Αριστερά τυπικά στην κυβέρνηση αλλά παραλύοντας το κυβερνητικό έργο και επιβάλλοντας της πολιτικούς και οικονομικούς όρους για το υπόλοιπο της θητείας της.
6. Υποψιάζομαι ότι η αναδυόμενη συμμαχία απορριπτικών εθνικιστών και νεοφιλελευθέρων του ΔΗΣΥ που σήμερα έγινε πια ολοφάνερη πασαλειμμένη με ψυχροπολεμικό αντικομμουνισμό έχει βαθύτερα αλλά και πιο τοπικά αίτια πέραν από την αστική αντεπίθεση και τον φόβο που έσπειρε η καπιταλιστική κρίση στην τάξη των μικροαστών. Ίσως να έχουμε και μια ντε φάκτο, υπόγεια συναντίληψη αν όχι και συνεννόηση τελικά και για το μελλοντικό κλείσιμο του Κυπριακού, χωρίς βέβαια μια ντόμπρα και ανοιχτή παραδοχή από τις ηγεσίες, και με ετοιμότητα παραίτησης και αλληλοεπίρριψης των ευθυνών όταν έρθει η ώρα της επίσημης υπογραφής της διχοτόμησης. Όταν δηλαδή μετά το επερχόμενο ναυάγιο αυτής της τελευταίας προσπάθειας για ομοσπονδιακή λύση, και όταν θα έχει ήδη τροχιοδρομηθεί η συνομοσπονδιακή φόρμουλα για περισσότερο πολιτικό διαχωρισμό των κοινοτήτων και πιο αυστηρή διζωνικότητα, οι Δεξιοί του Ναι θα λεν – τι να κάνουμε, η ομοσπονδία είναι ανέφικτη, ένοχοι οι απορριπτικοί, και οι Δεξιοί του Όχι θα λεν – τι να κάνουμε, το ενιαίο κράτος/εκδίωξη των Τούρκων κλπ είναι ανέφικτη, ένοχοι οι ενδοτικοί, και στην τομή των ενόχων η Αριστερά που θα θεωρείται ταυτόχρονα ενδοτική και απορριπτική καθώς η ενωμένη Δεξιά θα ολοκληρώνει και την νομιμοποίηση της διχοτόμησης που αυτή επέβαλε στην χώρα. Αυτό ακούγεται μεν παραλογισμός, αλλά δεν είναι περισσότερο παραλογισμός από την υφιστάμενη ρητορική της δεξιάς αντεπίθεσης όπου σχεδόν συντονισμένα και χωρίς καμιά αναστολή υπάρχει εναλλαγή στις κατηγορίες προς την κυπριακή Αριστερά – ότι είναι και παρωχημένοι κομμουνιστές και ταυτόχρονα νεοταξίτες καπιταλιστές, και αντι-Δυτικοί και όργανα της Δύσης, ταυτόχρονα δέσμιοι της ιδεολογίας τους και χωρίς ιδεολογία κλπ.
7. Και τώρα στο δια ταύτα. Το ΑΚΕΛ έχει ευθύνες για την σημερινή κατάσταση. Και χτεσινές και προχτεσινές. Το ζήτημα όμως είναι το σήμερα. Το ΑΚΕΛ βρίσκεται πλέον ξανά και χωρίς να το έχει επιλέξει με την πλάτη στον τοίχο με ουσιαστικά 2 επιλογές – είτε να κινηθεί πιο αριστερά είτε να κινηθεί πιο δεξιά. Αριστερότερα σημαίνει αποφασιστική κίνηση προς την αποστρατικοποίηση και την επανένωση της χώρας και σύγκρουση με το βαθύ κράτος, την Εκκλησία και τον εθνικισμό και ταξική αντίσταση απέναντι στην αντεπίθεση του κεφαλαίου [που ονειρεύεται θεραπείες σοκ και επιχειρεί να αφαιρέσει δικαιώματα εργαζομένων ακόμα και αυτό της διαπραγμάτευσης] υποχρεώνοντας τους κατόχους του πλούτου να συνεισφέρουν στην αντιμετώπιση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Και αυτό προϋποθέτει διάθεση για αγώνα, στην πολιτεία και την κοινωνία, στην δημόσια σφαίρα και τον δρόμο, άνοιγμα προς την κοινωνία και κινητοποιήσεις. Δεξιότερα, όπου και μάλλον θα κινηθεί τελικά – όπως έχει διαχρονικά κινηθεί όταν και όποτε στριμώχνεται, σημαίνει κομματική περιχαράκωση και κλείσιμο, αυτοπεριορισμός και διάθεση για εθνική ενότητα ακόμα και με τους όρους της Δεξιάς, περισσότερος συμβιβασμός με το κατεστημένο και τον εθνικισμό, υποχώρηση απέναντι στις διαθέσεις του κεφαλαίου και απέλπιδα προσπάθεια συντήρησης του στάτους κβο που στην ουσία όμως χειροτερεύει πλέον μέρα με την μέρα.
8. Το ΑΚΕΛ βέβαια θα κρίνει το ίδιο τι θα κάνει. Εμείς, οι αριστεροί εκτός του ΑΚΕΛ είναι το ζήτημα τι κάνουμε και τι μπορούμε να κάνουμε, αυτόνομα και ανεξάρτητα. Πιστεύω πως σήμερα οι συνθήκες είναι τέτοιες που μπορούν να σηκώσουν, ίσως για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες, μια σοβαρή και ουσιαστική συσπείρωση με οργανωτική και πολιτική επάρκεια που να υπάρχει στα αριστερά του ΑΚΕΛ. Ένα σχήμα ανοιχτό και ευέλικτο μεν, αλλά ταυτόχρονα επαρκώς δομημένο έτσι ώστε να μπορεί να έχει αποτελεσματική παρέμβαση στα πολιτικά τεκταινόμενα, να αρθρώνει κάπως πιο συστηματικά αριστερό λόγο και να τοποθετείται ορθολογικά και ολοκληρωμένα πέραν από συνθηματολογίες και αποσπασματικές εκρήξεις ακτιβισμού. Δικτυακά οργανωμένο εσωτερικά και εξωτερικά, αλλά με σχέσεις αλληλοδέσμευσης και αλληλοσεβασμού, ταξικά τοποθετημένο αλλά και ιστορικά προσγειωμένο και ταυτόχρονα απελευθερωμένο από δογματισμούς και ατέρμονες ιδεολογικές και αυτο-αναφορικές συζητήσεις.